Μία ημέρα ξεχωριστή χαρακτήρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης την σημερινή, καθώς ύστερα από 7 χρόνια συνέρχεται το 5ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας.
Ο Πρωθυπουργός, στις δηλώσεις του μετά την συνάντησή του με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τόνισε ότι η σημερινή ημέρα αποτελεί ένας γεγονός από μόνο του, που σηματοδοτεί την πρόθεση των δύο χωρών να αναζητήσουν νέους δημιουργικούς δρόμους, στις μεταξύ τους σχέσεις.
Έκανε λόγο για πρωτόγνωρες προκλήσεις το προηγούμενο διάστημα, όπως ήταν η πανδημία, ο πόλεμος στην καρδιά της Ευρώπης και οι μεγάλες φυσικές καταστροφές, αλλά και για τις περιφερειακές συγκρούσεις, που εγείρουν σοβαρή ανησυχία.
Οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας γνώρισαν διακυμάνσεις και τόνισε πως είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι τους τελευταίους μήνες «βαδίζουμε σε ένα πιο ήρεμο μονοπάτι». Οφείλουμε να ζούμε ειρηνικά, να συζητούμε τις διαφορές μας με ειλικρίνεια και να αναζητούμε λύσεις, τόνισε ο κ. Μητσοτάκης και υπογράμμισε την ανάγκη να μην υπάρχουν εντάσεις και κρίσεις.
Υπογράμμισε ότι σήμερα είναι η τρίτη φορά που συναντάται ο ίδιος με τον Τούρκο Πρόεδρο τους τελευταίους έξι μήνες, σημειώνοντας πως σήμερα στο Ανώτατο Συμβούλιο κάναμε μία αποτίμηση των κοινών προσπαθειών, που οδήγησαν σε νέες ή αναβαθμισμένες παλαιότερες συμφωνίες.
Εξήγησε ότι με τον Τούρκο πρόεδρο εξέτασαν τις εξελίξεις στην περιοχή και όλον τον κόσμο και υπογράμμισε την ανάγκη τήρησης της διεθνούς νομιμότητας και αποφυγής του εξτρεμισμού και της τρομοκρατίας, ενώ τόνισε ότι «διαφωνούμε στο Κυπριακό, για εμάς, το λέω καθαρά, δεν υπάρχει άλλη λύση πέραν των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Θα πρέπει να επανεκκινήσει ο διάλογος από εκεί που διακόπηκε το 2017. Μόνο μέσα απ’ αυτόν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος».
Ο Πρωθυπουργός απευθύνθηκε στον κ. Ερντογάν ως «αγαπητέ Πρόεδρε», ενώ σημείωσε ότι συμφώνησαν να συνεχίσουν τις επαφές τους και εξετάζεται το ενδεχόμενο ο ίδιος να επισκεφτεί την Άγκυρα μέσα στην άνοιξη.
«Η επόμενη φάση του πολιτικού διαλόγου, όταν οι συνθήκες ωριμάσουν μπορεί να είναι η προσέγγιση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, που σύμφωνα με την Ελλάδα συνιστά τη μόνη διαφορά που θα μπορούσε να αχθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας με πυξίδα πάντοτε το Διεθνές Δίκαιο και ειδικά το Δίκαιο της Θάλασσας, που αποτελεί τον πιο ασφαλή πλοηγό στη διευθέτηση των διεθνών διαφορών», υπογράμμισε στη συνέχεια ο Πρωθυπουργός.
Η γεωγραφία και η ιστορία μας έταξε να ζούμε στην ίδια γειτονιά, αλλά οι συγκυρίες έφεραν συχνά τον έναν απέναντι στον άλλον, τόνισε ο κ. Μητσοτάκης σημειώνοντας ότι υπάρχουν φωνές και στις δύο χώρες που δεν συμφωνούν με αυτή την προσέγγιση.
«Αισθάνομαι ιστορικό χρέος να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία, να φέρουμε τα δύο κράτη δίπλα-δίπλα, όπως άλλωστε είναι και τα σύνορά μας. Μέχρι τώρα πετύχαμε οι σχέσεις μας να επανέλθουν σε ήρεμα νερά, σήμερα στο όνομα των επόμενων γενιών να χτίσουμε ένα αύριο, ώστε σε αυτά τα ήρεμα νερά να φυσήξει ένας ούριος άνεμος, ένα αύριο ειρήνης, προόδου και συνεργασίας, δείχνοντας ευθύνη και ρεαλισμό, θέλω σήμερα να κοιτάξω στο μέλλον», κατέληξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.