Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 7ης προς 8η Δεκεμβρίου 1966, ήταν η μοιραία νύχτα του οχηματαγωγού «Ηράκλειον». Το πλοίο βρισκόταν κοντά στην νησίδα Φαλκονέρα, νότια της Αντιμήλου, όταν άρχισαν να πλημμυρίζουν τα αμπάρια του με νερό. Ο κυβερνήτης του Μανώλης Βερνίκος, στέλνει επείγον σήμα κινδύνου: «Βυθιζόμαστε!». Το σήμα φθάνει στο θάλαμο Επιχειρήσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας, που καλεί αμέσως τα παραπλέοντα σκάφη, να σπεύσουν προς βοήθεια του «Ηράκλειον» που κινδυνεύει να βυθιστεί.
Σύμφωνα με τον Τάσο Κ. Κοντογιαννίδη και το αφιέρωμα στο enikos.gr
Πέρασαν από τότε 53 χρόνια, αλλά σε πολλούς είναι ακόμα νωπές οι μνήμες από το τραγικό δυστύχημα του «Ηράκλειον», που εκτελούσε το δρομολόγιο Χανιά-Πειραιεύς και βυθίστηκε κοντά στην Φαλκονέρα, παίρνοντας μαζί του στον υγρό τάφο 217 ψυχές, κατ’ άλλους 247. Κι αυτό, γιατί υπήρχαν κι επιβάτες χωρίς εισιτήριο ή με σημειώματα πολιτικών γραφείων και οι αρχές δεν κατέληξαν στον πραγματικό αριθμό των νεκρών.
Βούτηξαν στη θάλασσα για να σωθούν
Στο κατάστρωμα του πλοίου εκτυλίσσονται σκηνές αλλοφροσύνης! Τρόμος, πανικός κι αγωνία έχουν κυριεύσει τους επιβάτες που είναι οι περισσότεροι κάτοικοι Χανίων, αλλά και 94 αδειούχοι στρατιωτικοί (13 αξιωματικοί, σμηνίτες, στρατιώτες και 81 υπαξιωματικοί και ναύτες του Βασιλικού Ναυτικού) καθ’ ότι στα Χανιά υπήρχε η 15η Πτέρυγα Μάχης, η V (5η) Μεραρχία, το υπό συγκρότηση νατοϊκό Πεδίο Βολής Κρήτης (NAMFI) και φυσικά ο ναύσταθμος Σούδας.
Όσοι γνωρίζουν κολύμπι, αψηφούν τα μανιασμένα κύματα και βουτούν στη θάλασσα για να σωθούν, ενώ άλλοι εγκλωβίζονται στις καμπίνες του πλοίου. Μέσα σε 13 λεπτά, η Φαλκονέρα γίνεται ο υγρός τάφος 217 ή 247 ανθρώπων, ενώ οι διασωθέντες ήταν μόνο 46…
Πλοία του Βασιλικού Ναυτικού και παραπλέοντα εμπορικά, σπεύδουν με δυσκολία στο σκότος να περισυλλέξουν από τα μανιασμένα κύματα τους κινδυνεύοντες ναυαγούς… Ένας από τους διασωθέντες, ο τότε υπολοχαγός φίλος μου, Μανώλης Κληρονομάκης, ταξίαρχος ε.α. με τον οποίο συνυπηρετούσαμε στο Πεδίο Βολής Κρήτης μου διηγήθηκε αργότερα όσα έζησε. Επειδή εγώ ως σμηνίτης βρήκα δωρεάν θέση σε ντακότα της 115 Π.Μ. της ΕΒΑ, του έδωσα το εισιτήριο που είχα βγάλει, γιατί είχαν εξαντληθεί.
«Άρχισα να παλεύω με τα τεράστια κύματα, των 8 μποφόρ»
«Κοιμόμουν στην καμπίνα και ξύπνησα από τον αναπτήρα και τα τσιγάρα που έπεσαν στο δάπεδο κάνοντας θόρυβο. Σηκώθηκα και διαπίστωσα το δάπεδο να γέρνει, όπως γερμένο ήταν το κρεμασμένο σακάκι μου και κατάλαβα πως κάτι σοβαρό συμβαίνει. Με δυσκολία άνοιξα την πόρτα και τότε άκουσα γοερές κραυγές από γυναίκες και παιδιά να ουρλιάζουν κυριολεκτικά και να σέρνονται πέρα δώθε… Το ένστικτο μου με έσπρωξε να πέσω στη θάλασσα για να σωθώ. Άρχισα να παλεύω με τα τεράστια κύματα, των 8 μποφόρ, που μια με ανέβαζαν ψηλά και μετά με κατέβαζαν. ΄Ηρθε στιγμή που είπα να παραδοθώ, ν’ αφήσω τον εαυτό μου να πνιγώ για να σταματήσει το μαρτύριο μου… Κάτι όμως μέσα μου λειτούργησε διαφορετικά. Παναγία μου σώσε με, φώναξα! Θα φέρω στη χάρη σου δυο τενεκέδες λάδι από τον πατέρα μου… Μέσα στο βαθύ σκοτάδι, ξαφνικά το χέρι μου άγγιξε μία σωστική λέμβο, και κάποιοι άγνωστοι με τράβηξαν και σώθηκα…»
Τραγικό τέλος είχε ένας ναύτης που συνυπηρετούσαμε στο Πεδίο Βολής Κρήτης στα Χανιά ο Βύρων Αλιβιζάτος. Εφυγε γεμάτος χαρά που θα έβλεπε μετά από καιρό τους γονείς του και την αδελφή του Αλίκη.
Ο διασωθείς Σταύρος Λαγωνικάκης μου αφηγήθηκε: «Μέσα στη θάλασσα, πιαστήκαμε 3 από ένα μεγάλο κασόνι, μετά ήρθε και τέταρτος ναυαγός, λέγαμε μεταξύ μας τα ονόματα και την καταγωγή μας, ώστε όποιος διασωθεί να πει μετά ποιοι ήταν μαζί του για να μάθουν οι συγγενείς τους τι έγιναν…».
Τις πρωινές ώρες συνεχίζονται οι έρευνες στις οποίες μετέχει και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος με ντακότα. Παραπλέοντα σκάφη μαζεύουν ζωντανούς και νεκρούς ναυαγούς, ενώ στα λιμάνια Πειραιά και Χανίων, συγγενείς επιβατών με αγωνία περιμένουν να μάθουν νέα τους… Αιτία του ναυαγίου ήταν η βιαία μετακίνηση μεγάλου φορτηγού ψυγείου (20 τόνων!) λόγω της θαλασσοταραχής, χτύπησε με δύναμη στην μπουκαπόρτα, με αποτέλεσμα ν’ ανοίξει, να μπουν ορμητικά τα νερά, να πλημμυρίσουν τ’ αμπάρια και να πάρει το πλοίο επικίνδυνη κλίση.
Από τις ανακρίσεις που διεξήγαγε ο υποναύαρχος Κων. Δενεζάκος, προέκυψαν σοβαρές ευθύνες της πλοιοκτήτριας εταιρίας. Καταδικάστηκαν, ο εκ των ιδιοκτητών Χαρ. Τυπάλδος σε φυλάκιση 5, 1/2 ετών, ο διευθυντής της εταιρίας Παν. Κόκκινος σε 6 ετη, από πέντε έτη οι… διασωθέντες Θεοδωράκης (ύπαρχος), Στεφαδούρος (υποπλοίαρχος), Α. Θεοδωρίδης (ναυπηγός), Μαγιάκης (ναύκληρος) και 10 μήνες ο Δ. Θεοδωρίδης (ναυπηγός).