Στο μικροσκόπιο του διαχειριστικού ελέγχου τέθηκε το σύνολο των έργων του Οργανισμού, από την έναρξή του την 31η Αυγούστου 1993 έως την 31η Δεκεμβρίου 2004, με επέκταση και στα έτη 2005 και 2006. Πραγματοποιήθηκε, επίσης, δειγματοληπτικός έλεγχος εξόδων που αποκαλύπτει εκτός των άλλων αμοιβές συνεργατών, οι οποίες δεν συνοδεύονται από νομότυπα παραστατικά.
Οπως επισημαίνεται, η διαδικασία αποδείχτηκε ιδιαιτέρως επίπονη και ο έλεγχος «ιδιαζόντως δυσχερής», καθώς, όπως αναφέρεται, δεν δόθηκαν στους ελεγκτές τα απαραίτητα έγγραφα. Οπως είναι τα πρακτικά των γενικών συνελεύσεων της περιόδου 1996-2004, οι πρωτότυπες οικονομικές καταστάσεις και οι εκθέσεις των ορκωτών ελεγκτών των χρήσεων 1996-2003.
Σχεδόν σε κάθε κεφάλαιο της πολυσέλιδης έκθεσης οι ορκωτοί λογιστές εντοπίζουν παρατυπίες. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με τη διαιώνιση του διαχειριστικού αλαλούμ της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, ενισχύει καταγγελίες που έχουν διατυπωθεί για «πολιτική συγκάλυψη» του θέματος.
Τα στοιχεία που προκύπτουν από την έκθεση του διαχειριστικού ελέγχου είναι αποκαλυπτικά:
- Σε σύνολο 28 έργων, συνολικής εκτίμησης 27.741.880.000 δρχ. (81.414.174 ευρώ) το τελικό κόστος ανήλθε σε 47.506.831.155 δρχ. (139.418.430 ευρώ). Παρατηρείται δηλαδή αύξηση 71%, σε σχέση με την αρχική εκτίμηση κόστους. Η μεγαλύτερη υπέρβαση παρατηρείται στο Βασιλικό Θέατρο. Εντάχθηκε αρχικά στο πρόγραμμα έργων με προϋπολογισμό 1.050.000.000 δρχ., δημοπρατήθηκε με προϋπολογισμό 4.500. 000.000 δρχ. συν ΦΠΑ, υπογράφηκε σύμβαση με τον εργολάβο 5.600.000.000 δρχ. συν ΦΠΑ και παρουσιάζει συνολική χρηματοδότηση μεγαλύτερη των 11 δισ. δραχμών.
- Οι δαπάνες για κάποια έργα επιβάρυναν το κόστος άλλων, γεγονός που δεν επιτρέπει την «πλήρη διαδρομή ελέγχου» ανά έργο. Για παράδειγμα, ποσό 50 εκατομμυρίων δραχμών, που είχε διατεθεί από τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης για τη μελέτη του έργου Πλήρης Ανακαίνιση και Ανακατασκευή του Βασιλικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης, «δεν διατέθηκε στο συγκεκριμένο έργο, σύμφωνα με τα λογιστικά βιβλία του Οργανισμού στα οποία και δεν απεικονίζεται».
- Διαπιστώνεται διαφορά 27.436.537 ευρώ στις πιστώσεις που προέβλεπε το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (έργα προγραμματικών συμβάσεων) και των ποσών που πράγματι δόθηκαν στους δήμους.
- Παρατυπίες παρατηρούνται και σε έργα που είχαν ενταχθεί στο Β’ και εν συνεχεία στο Γ’ ΚΠΣ, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατός ο έλεγχος. Διότι δεν τηρήθηκαν οι νόμιμες διαδικασίες να κατατίθενται οι επιχορηγήσεις των έργων σε ειδικούς (ανά έργο) τραπεζικούς λογαριασμούς. Για παράδειγμα, η επιχορήγηση από το Β’ ΚΠΣ, με 4.172.100.000 δρχ. του έργου Πολιτιστικό Κέντρο και Θέατρο στη Μονή Λαζαριστών «δεν κατατέθηκε σε ειδικούς λογαριασμούς του έργου, αλλά σε κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς του Οργανισμού, με αποτέλεσμα να είναι δυσχερής ο έλεγχος των εκταμιεύσεων του έργου».
- Τα έργα επιβάρυναν κατά πολύ τις αρχικές εκτιμήσεις κόστους. Για το έργο Ανακατασκευή Δημοτικού Θεάτρου Κήπου «ετέθη υπόψη μας», επισημαίνουν οι ορκωτοί λογιστές, «το άνευ ημερομηνίας και μονομερώς υπογεγραμμένο (από τον εντεταλμένο εκκαθαριστή διοίκησης και έργων) πρωτόκολλο λήξης της προγραμματικής σύμβασης, σύμφωνα με το οποίο ο προϋπολογισμός του έργου ανήλθε στο ποσό των 506.000.000 δρχ., έναντι του προβλεπόμενου 336.000.000 εκατ. δρχ.».
- Καταβάλλονταν προκαταβολές της τάξεως του 20% σε τραπεζικούς λογαριασμούς, οι οποίοι δεν ήταν δεσμευμένοι, ενώ σε έργα υψηλού προϋπολογισμού οι προκαταβολές δεν υπόκειντο σε αναθεώρηση και ήταν άτοκες, χωρίς το θέμα να έχει συζητηθεί στο Δ.Σ. του Οργανισμού, με αποτέλεσμα να υποστεί ζημία 1.592.503 ευρώ για τα 5 μεγάλα έργα (Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Μονή Λαζαριστών, Βασιλικό Θέατρο, Νταμάρι, Ολύμπιον). «Μετά τη δημοπράτηση των ανωτέρω έργων», σημειώνεται, «το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού, αγνοώντας ότι ο ανάδοχος υποχρεούται στην καταβολή τόκων σ’ αυτήν, βάσει των σχετικών διατάξεων για τα ‘‘δημόσια έργα’’ και του -εν τω μεταξύ- εγκριθέντος κανονισμού του, προέβη κατά την κατάρτιση των αρχικών συμβάσεων στη χορήγηση μεγάλων προκαταβολών στους αναδόχους, σε ποσοστό 20% έως 30%...».
«Μπεν Χουρ» η εκκαθάριση
Ο Οργανισμός Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης- Θεσσαλονίκη 1997 Α.Ε. τέθηκε σε τροχιά στις 31 Αυγούστου 1993. Τότε κανείς δεν φανταζόταν πως η «τροχιά» αυτή θα συνοδευόταν από απίστευτες καταγγελίες και πως η διοργάνωση θα αποτελούσε παράδειγμα προς αποφυγήν… Η διαδικασία εκκαθάρισης στον Οργανισμό ξεκίνησε την 1η Ιανουαρίου 1998. Μια διαδικασία που επρόκειτο να διαρκέσει σχεδόν επτά χρόνια και να γνωρίσει πολλά σκαμπανεβάσματα.
Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2004 η εκκαθάριση γινόταν από πενταμελές Συμβούλιο Εκκαθάρισης. Από τις 24 Φεβρουαρίου 2005 το πενταμελές Συμβούλιο Εκκαθάρισης άλλαξε σύνθεση. Τον Ιούνιο του 2005 ο διαχειριστικός έλεγχος ανατέθηκε από τους υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών σε ελεγκτική εταιρία. Το Σεπτέμβριο του 2006 το Συμβούλιο Εκκαθάρισης έγινε τριμελές.
Οπως φαίνεται από τον έλεγχο κατά τη δεκαετία 1994-2004, ο Οργανισμός επιχορηγήθηκε από το Δημόσιο με 211.283.024 ευρώ, ενώ το σύνολο των εσόδων του ήταν 217.620.875 ευρώ. Τα έξοδά του για την ίδια περίοδο ανήλθαν σε 289.361.945 ευρώ. Σε 11.124.570 ευρώ ανήλθαν τα έξοδα προσωπικού.
Ο διαχειριστικός έλεγχος μπορεί να ολοκληρώθηκε, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις δικαστικές εκκρεμότητες του Οργανισμού. Εναντίον του εκκρεμούν ή περατώθηκαν κατά τη διάρκεια του ελέγχου 21 αγωγές, με συνολικό ύψος 23.074.758 ευρώ για αμοιβές που αφορούν πληρωμή τεχνικών μελετών, επίβλεψη έργων, αμοιβές τού μέχρι την 31η-12-2004 εκκαθαριστή κ.ά.
Από την πλευρά του ο Οργανισμός κατέθεσε 6 αγωγές (το 2005 και το 2006), συνολικού ύψους 2.271.096 ευρώ. Οι αγωγές στρέφονται κατά του πρώην εκκαθαριστή και του οικονομικού διευθυντή του και αφορούν σε αμοιβές που «ήταν μεγαλύτερες από αυτές που όριζαν οι συμβάσεις».
Οι προβολείς δεν έσβησαν για τις καταγγελίες
Οι προβολείς δεν έσβησαν ποτέ για τον Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης-Θεσσαλονίκη 1997. Ωστόσο, αυτή πρωτοτυπία έχει να κάνει μόνο με τις καταγγελίες για σκάνδαλα που τροφοδότησαν τις σελίδες του Τύπου και έγιναν αντικείμενο διαμάχης στα δικαστήρια.
Δέκα χρόνια διήρκεσε η εκκαθάριση του Οργανισμού -άλλη πρωτοτυπία αυτή-, με τους υπουργούς να διαδέχονται ο ένας τον άλλον στο τιμόνι του υπουργείου Πολιτισμού: Ντόρα Μπακογιάννη, Μελίνα Μερκούρη, Θάνος Μικρούτσικος, Σταύρος Μπένος, Θεόδωρος Πάγκαλος, Ευάγγελος Βενιζέλος… Μετά τις εκλογές του 2004, το ΥΠΠΟ ανέλαβαν ο πρωθυπουργός κ. Καραμανλής με αναπληρώτρια υπουργό Πολιτισμού τη Φάνη Πάλλη-Πετραλιά και υφυπουργό τον Πέτρο Τατούλη. Εν συνεχεία τη σκυτάλη πήρε ο Γιώργος Βουλαγαράκης. Σε όλο αυτό το διάστημα τη Δικαιοσύνη απασχόλησαν πολλές φορές τα πεπραγμένα της Πολιτιστικής, ενώ ο διαχειριστικός έλεγχος προσπαθούσε να ανακαλύψει το μίτο στο διαχειριστικό λαβύρινθο.
Η τελευταία παράταση για την εκκαθάριση του Οργανισμού (ως τις 31-12-07) δόθηκε με τροπολογία του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Από αυτήν προέκυπτε ότι εκκρεμούσαν, μεταξύ άλλων, δικαστικές απαιτήσεις τρίτων έναντι του Οργανισμού ύψους 20.711.290 ευρώ και δικαστικές απαιτήσεις του Οργανισμού έναντι τρίτων ύψους 5.747.622 ευρώ.
Η έκθεση διαχειριστικού ελέγχου στον Οργανισμό βρίσκεται από το καλοκαίρι στο υπουργείο Πολιτισμού. Ωστόσο δεν έχει ακόμα φτάσει στα χέρια της Δικαιοσύνης.
Παρατυπίες και στα λειτουργικά έξοδα
Μεγάλες είναι οι παρατυπίες που καταγράφονται και στα λειτουργικά έξοδα του Οργανισμού, όπως προκύπτει από το δειγματοληπτικό έλεγχο που διενήργησαν οι ορκωτοί λογιστές. Κι εδώ παρατηρείται το ίδιο διαχειριστικό χάος. Οι παρατυπίες αφορούν σε αμοιβές συνεργατών, προμηθευτών αλλά και δαπάνες υπηρεσιών. Ιδού τα πορίσματα των ελεγκτών:
- Δαπάνες προμηθειών ύψους 4.470.593 ευρώ δεν πραγματοποιήθηκαν μέσω μειοδοτικού διαγωνισμού, όπως ορίζει ο Κανονισμός Προμηθειών του Οργανισμού.
- Αμοιβές 21 συνεργατών, συνολικού ύψους 2.447.245 ευρώ, δεν υποστηρίζονται από αντίστοιχες συμβάσεις.
- Τα αρμόδια όργανα του Οργανισμού δεν έχουν εγκρίνει τις αμοιβές 28 συνεργατών, προμηθευτών και οργάνων διοίκησης, συνολικού ύψους 2.101.962 ευρώ.
- Δεν συνοδεύονται από νομότυπα παραστατικά αμοιβές 10 συνεργατών, συνολικού ύψους 1.762.605 ευρώ.
Η ανάλυση των μισθοδοτικών καταστάσεων δείχνει αλματώδεις αυξήσεις σε μισθούς, χωρίς να υπάρχουν αποφάσεις που να τις δικαιολογούν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα διευθυντικού στελέχους, του οποίου ο μηνιαίος μισθός του από 903.400 δρχ. το 1997 έφτασε σταδιακά τα 2.071.968 δρχ., το 2004!
e-tipos