Τα άσχημα νέα για τον τραγικό θάνατο του Φίλιππου μαθαίνονται αστραπιαία στη Μάνη. Όλοι είναι συγκλονισμένοι και δεν μπορούν να φανταστούν καν την κατάσταση της Χάιδως και της Βασιλικής. Η σορός του Φίλιππου μεταφέρεται στο σπίτι του, όπου διαδραματίζονται σκηνές αρχαίας τραγωδίας.
Η Χάιδω ουρλιάζει, γδέρνει το πρόσωπό της, η Βασιλική κλαίει και λιποθυμάει συνέχεια. Αργότερα, όλοι μαζεύονται στο σπίτι για την αγρύπνια. Φίλοι και συγγενείς είναι απαρηγόρητοι και δεν μπορούν να βρουν ούτε μια λέξη παρηγοριάς για τη χήρα και τη μάνα του Φίλιππου.
Η Χάιδω δεν φεύγει λεπτό από το προσκεφάλι του γιου της και όλη την νύχτα τού χαϊδεύει τα χέρια και το πρόσωπο και μοιρολογεί ασταμάτητα, με μοιρολόγια που ραγίζουν καρδιές, ενώ κάθε τόσο φωνάζει: «Κορώνι μου, γιε μου. Εγώ φταίω, εγώ!», για το αδικοχαμένο της παιδί.
Η Βασιλική κοιτάζει τον άντρα της νεκρό και δεν μπορεί να το πιστέψει: «Γιατί, Φίλιππε, γιατί με άφησες μόνη; Τι θα πω στο παιδί μας; Φίλιππε, σ’ αγαπώ», του ψιθυρίζει μόνο. Την επόμενη μέρα όλα είναι έτοιμα για την κηδεία. Το νεκροταφείο γεμίζει με σχεδόν όλη την Αερόπολη.
Το φέρετρο του Φίλιππου κρατάνε οι φίλοι του, ο Παρασκευάς που κλαίει και σπαράζει, ο Μιλτιάδης που λυγίζει βλέποντας τη Χάιδω και τη Βασιλική σαν ζωντανές-νεκρές. Ο Στάθης, από την άλλη, με την Αριάδνη σε κακά χάλια, κάνουν κουράγιο για να στηρίξουν τη Βασιλική. Η Χάιδω όμως δείχνει να μην αντέχει άλλο.
Ο κόσμος γύρω της σβήνει όταν βλέπει να κατεβάζουν στο χώμα το παιδί της. Βγάζει μια κραυγή που σχίζει το ουρανό και κάνει τους πάντες να παγώνουν. Όλοι είναι συντετριμμένοι στην κηδεία του Φίλιππου.
Όλοι τον αποχαιρετούν με ένα λουλούδι και λίγο χώμα πάνω στον τάφο του κι ύστερα πηγαίνουν για τον καφέ της παρηγοριάς στο καφενείο του Πότη. Κάποια στιγμή συνειδητοποιούν ότι η Χάιδω δεν είναι εκεί…
Πηγή: daddy-cool.gr