Τι σημαίνει η νίκη Τραμπ για την Ελλάδα; Τι θα γίνει με το ΔΝΤ;

Αναμφισβήτητα η νίκη του Τραμπ είναι ένα σενάριο για το οποίο η Ελλάδα δεν είχε προετοιμαστεί. Η ελληνική κυβέρνηση περίμενε το Μπαράκ Ομπάμα στην Αθήνα και είχε επενδύσει αρκετά στη στήριξή του για το χρέος, ωστόσο πλέον η συγκεκριμένη επίσκεψη αποκτά άλλη διάσταση.

Από την άλλη στη Γερμανία, στο υπουργείο Οικονομικών έγιναν μια σενάρια επί χάρτου και αναλύσεις για το πώς θα αντιδράσουν οι χρηματαγορές την επομένη της ανακοίνωσης των «κακών» αποτελεσμάτων.

Ένα βασικό σημείο είναι η συνεργασία με την κυβέρνηση Τραμπ και βασικούς οργανισμούς όπως είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Μέχρι τώρα και παρά τις διαφωνίες οι Αμερικανοί στάθηκαν στον πλευρό των Ευρωπαίων όταν επρόκειτο να επιβάλουν το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας.

Ο Τραμπ για το θέμα της Ελλάδας φαίνεται να μην επιθυμεί ιδιαιτέρως να αναμιχθεί, ενδεχομένως να μην έχει και σφαιρική γνώση του θέματος.

Άλλωστε σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του νέου πλανητάρχη, η Αμερική πρέπει να κάνει τουλάχιστον βήμα πίσω σε ό,τι αφορά το ελληνικό ζήτημα και να αφήσει να λύσει το θέμα η Γερμανία ή ακόμη και ο Βλαντιμίρ Πούτιν.

«Εμείς δεν έχουμε καμιά δουλειά με την Ελλάδα. Ας αφήσουμε τη Γερμανία να ασχοληθεί με το θέμα αυτό, που άλλωστε το γνωρίζει καλύτερα. Ή ακόμα και τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τη Ρωσία. Αυτοί μπορούν να χειριστούν την κατάσταση», είχε πει ο μεγιστάνας σε συνέντευξή του, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας. Βέβαια αυτά όλα ειπώθηκαν προεκλογικά...

Μάλιστα, αρκετές φορές ο Τραμπ είχε τονίσει ότι η Ελλάδα είναι μια προβληματική χώρα, λέγοντας πως ήταν λάθος της το ότι έμεινε στο ευρώ.

«Η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει γυρίσει στο εθνικό της νόμισμα. Ηταν ο μόνος τρόπος για να καταφέρει να ορθοποδήσει, πιθανότατα. Δεν βλέπω πώς μπορεί να το κάνει τώρα», είχε δηλώσει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ.

Τον περασμένο Μάιο, δε, μιλώντας στο CNBC, ο μεγιστάνας είχε ρίξει στο τραπέζι το... σχέδιό του για το εθνικό χρέος των ΗΠΑ, κάνοντας ειρωνική αναφορά στη χώρα μας. «Ας αντιγράψουμε την Ελλάδα. Θα ζητήσουμε από τους πιστωτές κούρεμα ή μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους μας», είχε πει.

Ο υπουργός Εθνικής Αμύνης Πάνος Καμμένος πάντως, έσπευσε ήδη να συγχαρεί τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου, με ανάρτησή του στο twitter, στην οποία αναφέρει: «Συγχαρητήρια στον νέο πρόεδρο Τραμπ σημαντική η θέση πλέον του Ελληνοαμερικανού Γιώργου Παπαδόπουλου για την Ελλάδα».

Η αλλαγή του Τραμπ

Όλα όσα ανέφερε ο Ντόναλντ Τραμπ για την Ελλάδα ήταν βέβαια προεκλογικά. Επίσης το επιτελείο του παραμένει υποστελεχωμένο και εμφανίζει σημάδια αδυναμίας στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της διεθνούς οικονομίας, κάτι για το οποίο έχουν κατηγορήσει το νέο Πρόεδρο.

Πάντως ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ εμφανίστηκε αλλαγμένος στις πρώτες του δηλώσεις.

Για παράδειγμα εώ δήλωσε ότι η Χίλαρι Κλίντον έπρεπε να είναι στη φυλακή, δήλωσε σήμερα στη διάρκεια της ομιλίας του μετά την εκλογή του ότι θα είναι «πρόεδρος όλων των Αμερικανών» και πρόσθεσε ότι έδωσε συγχαρητήρια στην αντίπαλό του για τη σκληρή μάχη που έδωσε.

Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ σημείωσε ότι «η πρώην υπουργός Εξωτερικών εργάστηκε πολύ σκληρά και για μακρό χρονικό διάστημα και η Αμερική της οφείλει μεγάλη ευγνωμοσύνη για τις υπηρεσίες της».

Η Αμερική δεν θα συμβιβάζεται πλέον με τίποτα λιγότερο από το καλύτερο, τόνισε, εξηγώντας ότι οι ΗΠΑ θα τα πηγαίνουν καλά με τις χώρες που επιθυμούν να τα πηγαίνουν καλά με αυτές. Θα αντιμετωπίσουμε δίκαια τους πάντες, είπε ο Τραμπ απευθυνόμενος στη διεθνή κοινότητα και προσθέτοντας ότι θα επιζητήσει να βρεθεί κοινός τόπος και όχι εχθρότητα.

Παρόλα αυτά στην επινίκια ομιλία του ο Τραμπ δεν αναφέρθηκε καθόλου στο διαβόητο τείχος που θέλει να ανεγείρει στα νότια σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό για τους μετανάστες.

Οι Τούρκοι εκτιμούν ότι θα ενισχυθεί η συνεργασία τους με τις ΗΠΑ

Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου συνεχάρη σήμερα τον Ντόναλντ Τραμπ για την νίκη του στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές και δήλωσε πως η Άγκυρα θα ενισχύσει τις «βασισμένες στην εμπιστοσύνη σχέσεις και τη συνεργασία» της με τις ΗΠΑ.

Μουδιασμένη παρακολουθεί αυτή την στιγμή η ελληνική κυβέρνηση τα αναπάντεχα αποτελέσματα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, καθώς είχε ποντάρει όλα της τα λεφτά στην υπόθεση της διευθέτησης του χρέους με βοήθεια από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού στην περίπτωση όμως μόνο νίκης της κυρίας Χίλαρι Κλίντον. Δίχως διπλωματικά ανοίγματα προς την πλευρά Τραμπ και με την Ελληνοαμερικανική κοινότητα να έχει στηρίξει δυναμικά την υποψήφια των Δημοκρατικών, η χώρα μας τοποθετείται σήμερα στους ηττημένους των εκλογών. Κι αυτό διότι η υπόθεση χρέος είχε τοποθετηθεί κάτω από την ομπρέλα Κλίντον - Ομπάμα και τώρα όλη η αρχιτεκτονική ανατρέπεται.

Ταυτόχρονα στο υπουργείο Εξωτερικών όπου και παρακολουθούν τις εξελίξεις επικρατεί προβληματισμός κι αυτό διότι καμία ανάλυση δεν έδινε στον κ. Τραμπ προβάδισμα, με αποτέλεσμα η εικόνα που μεταφερόταν προς τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα ήταν η σίγουρη επικράτηση της Χίλαρι Κλίντον. Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση εδώ και δέκα ημέρες επικοινωνιακά σηκώνει τις προσδοκίες από την επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα την επόμενη εβδομάδα στην Αθήνα, με τις προσδοκίες όμως να πάρει μια στήριξη η χώρα μας πλέον να εξανεμίζονται.

Πολύ περισσότερο, πιθανή αξιοποίηση από την πλευρά του κ. Ομπάμα του βήματος που θα του προσφερθεί η κυβέρνηση στην Ακρόπολη για μια πολιτική τοποθέτηση κατά των όσων κομίζει πολιτικά ο κ. Τραμπ και σε περίπτωση που υπάρξει οποιαδήποτε μορφή κριτικής εναντίον του, ενδεχομένως θα οδηγήσει σε αμηχανία την κυβέρνηση Τσίπρα η οποία οφείλει τώρα να ρίξει γέφυρες προς μια συντηρητική και ξενοφοβική αμερικανική νέα κυβέρνηση.

Θα πρέπει να τονίσουμε πως ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει ασχοληθεί καθόλου στην προεκλογική του καμπάνια με το χρέος τρίτων χωρών οδηγώντας στο συμπέρασμα μιας πιο αδιάφορης για την εξωτερική πολιτική σκηνή προεδρικής θητείας, δίχως τις πρωτοβουλίες που χώρες όπως η Ελλάδα με υψηλό δημόσιο χρέος προσδοκούσαν.

Πως θα πορευτεί σε περίπτωση εκλογής του; Μπορεί να ελπίζει σε σύμπλευση για την Ελλάδα είναι μερικά από τα ερωτήματα που επιχειρεί να αναλύσει η Handelsblatt. Οπως σημειώνει το  βασανιστικό ερώτημα που απασχολεί τη γερμανική κυβέρνηση είναι τι περιμένει τη χώρα σε περίπτωση εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ. «Είναι δύσκολο να γίνουν εκτιμήσεις» παραδέχθηκε στη Handelsblatt ο Γιούργκεν Χαρντ, συντονιστής της γερμανικής κυβέρνησης για τις διατλαντικές σχέσεις. «Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών έχει ελάχιστους συμβούλους με τους οποίους τα μέλη της γερμανικής κυβέρνησης θα μπορούσαν να έχουν επαφές και όλο το στενό του περιβάλλον αποτελείται από ανθρώπους που δεν προέρχονται από τον πολιτικό χώρο».

Τι θα γίνει με το ΔΝΤ και την Ελλάδα;

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα διάφορα υπουργεία δεν προετοιμάζονται για ενδεχόμενη νίκη του Τραμπ. Στο υπουργείο Οικονομικών γίνονται σενάρια επί χάρτου και αναλύσεις για το πώς θα αντιδράσουν οι χρηματαγορές την επομένη της ανακοίνωσης των «κακών» αποτελεσμάτων. Θα σημειωθούν αναταραχές; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική, τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν όσοι έχουν γνώση των αναλύσεων. Και όμως. Ο κατάλογος των κίνδυνων είναι μακρύς. Ένα βασικό σημείο είναι η συνεργασία - με μια πιθανή κυβέρνηση Τραμπ - και βασικούς οργανισμούς όπως είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Μέχρι τώρα και παρά τις διαφωνίες οι Αμερικανοί στάθηκαν στον πλευρό των Ευρωπαίων όταν επρόκειτο να επιβάλουν το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας παρά τη θέληση των υπό ανάπτυξη χωρών. Θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική; Υπάρχει εμπιστοσύνη στον Τραμπ για την οικονομική διάσωση της Ελλάδας; Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών διακατέχεται από αμφιβολίες.

Τις ίδιες αμφιβολίες έχει και το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών στο θέμα της πολιτικής ασφάλειας. Οι απειλές του Τραμπ, ότι σε περίπτωση νίκης του θα βγάλει τη χώρα του από το ΝΑΤΟ δεν έχουν ξεχαστεί αλλά διασκεδάστηκαν με τη σκέψη ότι πρόκειται για λόγια της προεκλογικής εκστρατείας. Σε κάθε περίπτωση ένα είναι σαφές: ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ είτε ονομάζεται Τραμπ ή Κλίντον, θα αναγκάσει του Ευρωπαίους να αναλάβουν περισσότερες ευθύνες για τα του οίκου τους, βλέπε Ουκρανία. Πρόκειται για μια πρόβλεψη που για το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών αποτελεί βεβαιότητα. Η επόμενη αμερικανική κυβέρνηση δεν θα είναι πλέον διατεθειμένη  να επιλύει κάθε διένεξη στη γηραιά ήπειρο θεωρεί ο Σόιμπλε και αυτός είναι ο λόγος που τον ωθεί να αυξήσει μεσοπρόθεσμα τα κονδύλια των αμυντικών δαπανών.

Άκρως απρόβλεπτος

Στο γερμανικό υπουργείο Οικονομίας που βρίσκεται στα χέρια του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος έχει γίνει ήδη μια εσωτερική πεντασέλιδη ανάλυση για το οικονομικό πρόγραμμα των δύο υποψηφίων. Τα στελέχη του υπουργείου διαπίστωσαν ένα κοινό σημείο: οι προτάσεις τους σε σχέση με τον εμπορικό προσανατολισμό της χώρας είναι μάλλον περιοριστικές, βλέπε ΤΤΙΡ. Αλλά πέραν αυτού δεν χρειάζεται να καταβάλει κανείς μεγάλο κόπο για να αντιληφθεί ποιον ή μάλλον ποιαν θέλουν για πρόεδρο στο Λευκό Οίκο και προειδοποιούν ότι οι συντηρητικές ιδέες του Τραμπ για τη μετανάστευση και την εμπορική πολιτική θα απομόνωναν τις ΗΠΑ ως παγκόσμιο οικονομικό παίκτη.

Ωστόσο πέραν όλων αυτών  εκείνο που τρομάζει πραγματικά τη γερμανική κυβέρνηση είναι το απρόβλεπτο του χαρακτήρα του Τραμπ. «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι οι αυθορμητισμός του», υποστηρίζει ο Γιούργκεν Χαρντ. Θεωρεί ότι είναι ένας πολιτικός που μπορεί να αποφασίζει αυθόρμητα χωρίς να ακούει τους συμβούλους του. Είναι το ακριβώς αντίθετο από τη Μέρκελ που παίρνει χρόνο για να ζυγίσει τις αποφάσεις της. Και να ψάξει κανείς δεν πρόκειται να βρει δημόσιες τοποθετήσεις της καγκελαρίου υπέρ της μιας ή της άλλης υποψηφιότητας. Αλλά ενδόμυχα είναι σαφές ποιον υποψήφιο προτιμά. Στην καγκελαρία και σε όλα τα υπουργεία εύχονται καλή τύχη στην Χίλαρι Κλίντον.

Πηγή: Deutsche Welle

Δεν χρειάζεται να ωραιοποιούμε την κατάσταση, ούτε να προσπαθούμε να τετραγωνίσουμε τον κύκλο. Διότι τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, οι θέσεις ή οι μη θέσεις του κάθε υποψήφιου είναι δημόσιες. Την απάντηση λοιπόν στο ερώτημα μπορούμε να την «κλείσουμε» σε μία λέξη: Τίποτα.

Οι θέσεις της κ. Κλίντον είναι γνωστές από τη μέχρι τώρα παρουσία της στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. Υποστηρίζει με αφηρημένο τρόπο την Ελλάδα και την Κύπρο, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα βάλει το χέρι της στη φωτιά για να τις «σώσει». Άλλωστε η κ. Κλίντον τρέχει προς όλους όταν πρόκειται μόνο για το συμφέρον της. Χωρίς αμφιβολία, και με βάση τις δημόσιες θέσεις της, έχει εξυπηρετήσει την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν. Ακόμα και στο θέμα  του Μουφτή της Θράκης, όταν πρότεινε την επίσημη εγκατάσταση του ως όρο για να ανοίξει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης.

Όμως, μία αναφορά της στο θέμα των Κούρδων της Συρίας, στη διάρκεια ενός εκ των τηλεοπτικών μονομαχιών, έδειξε μία αλλαγή σε ότι αφορά τουλάχιστον το Κουρδικό, το οποίο αποτελεί μείζον θέμα για τον Ταγίπ Ερντογάν. Ανακοίνωσε ότι θα ενισχύσει τους Κούρδους της Συρίας, μία κίνηση που θα τινάξει στον αέρα τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Εάν η κ. Κλίντον εκλεγεί και εάν κάνει πράξη την υπόσχεση της, το στρατηγικό σκηνικό στην περιοχή μας θα σημειώσει θεαματική αλλαγή.

Ο αντίπαλος της, δεν παρουσίασε τις θέσεις του για τα ελληνικά εθνικά θέματα πέραν των παρεμβάσεων του συμβούλου του, Τζόρτζ Παπαδόπουλου, ο οποίος έχει πάντα σταθερές απόψεις, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την στρατηγική σημασία της Κύπρου και της Ελλάδας.

Εάν εκλεγεί ο κ. Τραμπ, αναμένεται να ανατρέψει πολλές εκ των πολιτικών της Αμερικής, που θεωρούνταν «αδιαπραγμάτευτες» και αφορούν την εξωτερική και την αμυντική της πολιτική. Εάν οι ανατροπές αυτές ωφελήσουν την Ελλάδα και την Κύπρο είναι άγνωστο. Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών δείχνει μία τάση να συμπαθεί τους αυταρχικούς ηγέτες, όπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν, με τον οποίο -όπως είπε- θα προχωρήσει και σε συνεργασία. Αυταρχικός ηγέτης είναι και ο Ερντογάν, με τον οποίο όμως δεν δέχθηκε να συναντηθεί τον Σεπτέμβριο, στην έδρα του ΟΗΕ. Προτίμησε να συναντήσει τον πρωθυπουργό Νετανιάχου και τον στρατηγό Σίσι, στον οποίο φαίνεται να είπε ότι θα βασίσει την πολιτική του αναφορικά με τη Μεσόγειο στο Κάιρο και τα Ιεροσόλυμα. Η θέση αυτή είναι «θετική» για την Ελλάδα και την Κύπρο αλλά ουδείς μπορεί να έχει εμπιστοσύνη σε ένα αλλοπρόσαλλο άνθρωπο.

Αυτό που έχει σημασία, όμως, είναι τι κάνει Ελλάδα και οι πολιτικοί της για να βελτιώσουν τη θέση της χώρας και τις ζωές  των ανθρώπων. Διότι, στο τέλος της ημέρας περιμένουμε όλοι από κάποιον …ξένο να λύσει τα προβλήματά μας…

Η ελληνική κυβέρνηση είχε επενδύσει πολλαπλά στην επικείμενη επίσκεψη του Μπάρακ Ομπάμα στην Αθήνα. Ο απερχόμενος αμερικανός Πρόεδρος ερχόταν στη χώρα μας με τρία, κυρίως, θέματα στην ατζέντα του: προσφυγικό, περιφερειακή σταθερότητα (Κυπριακό) και, κυρίως, χρέος.

Η Αθήνα ήλπιζε σε μία ισχυρή πολιτική στήριξη για την ελάφρυνση του τεράστιου ελληνικού χρέους και, ασφαλώς, επένδυε στη συνέχιση της ίδιας πολιτικής από τη Χίλαρι Κλίντον.

Η βίαιη διάρρηξη της κληρονομιάς Ομπάμα στο ελληνικό ζήτημα, φέρνει τη χώρα μας αντιμέτωπη με αχαρτογράφητα πολιτικά ύδατα. Ειδικά, δε, αν η πολιτική αλλαγή στις ΗΠΑ υπερβαίνει την, για πολλά χρόνια παγιωμένη, παράδοση του οβάλ γραφείου από τους δημοκρατικούς στους ρεπουμπλικάνους και τ' ανάπαλιν. Η ανοικτή διαμάχη του αμφιλεγόμενου μεγιστάνα και, πλέον, president-elect των ΗΠΑ με σημαντικό τμήμα του, παραδοσιακού, ρεπουμπλικανικού κόμματος καθιστά αβέβαιο το βαθμό συμμόρφωσης του νέου Προέδρου στις διαχρονικές κατευθυντήριες γραμμές της Ουάσιγκτον.

Ως προς το χρέος, το επιτελείο Ομπάμα παρακολουθούσε στενά τις συζητήσεις μεταξύ Ελλάδας και πιστωτών ώστε να διαμορφώσει το τελικό μείγμα της ομιλίας που, με φόντο την Ακρόπολη, θα εκφωνήσει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ. Η επικράτηση Τραμπ τα αλλάζει όλα. Ναι μεν δεν ακυρώνει αλλά, σαφώς, υποβαθμίζει το μήνυμα της παρουσίας Ομπάμα στην Αθήνα.

Ακόμη κι αν ο, χαρισματικός, απερχόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ απευθύνει μία ισχυρή πρόσκληση προς την Ευρώπη για ρύθμιση του ελληνικού χρέους, θα είναι ο Τραμπ (και όχι η Χίλαρι Κλίντον) που θα λάβουν την τελική απόφαση.

Ενας Τραμπ, που στις λίγες αναφορές του για το ελληνικό πρόβλημα, έδειξε σαφή διάθεση απαγκίστρωσης από την οικονομική κρίση της Ευρώπης. Όχι μόνον κάλεσε τη Γερμανία να ασχοληθεί με τα της Ελλάδας αλλά σχολίασε ότι η χώρα θα έπρεπε να έχει επιστρέψει στο εθνικό της νόμισμα και την επικαλέστηκε, λόγω χρέους, ως παράδειγμα προς αποφυγήν για τις ΗΠΑ.

Μένει να αποδειχθεί εάν οι αναφορές αυτές, που προφανώς εμπίπτουν στη γλώσσα της απλούστευσης και του λαϊκισμού που χρησιμοποίησε προεκλογικά, θα μετατραπούν και σε πραγματική πολιτική από την κυβέρνηση Τραμπ. Παρά το γεγονός ότι πηγές του Μαξίμου έσπευσαν να επισημάνουν ότι δεν εξεπλάγησαν από την εκλογή Τραμπ και ότι έχουν περιθώρια, μέχρι την 5η Δεκεμβρίου (πριν την ανάληψη των καθηκόντων του νέου Προέδρου) για την επίτευξη συμφωνίας ως προς το ελληνικό χρέος, είναι βέβαιο ότι η επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ προσθέτει έναν ακόμη πονοκέφαλο στην ελληνική κυβέρνηση. Δεν αποκλείεται, δε, σύντομα οι έλληνες να νοσταλγήσουν την εικόνα του Τζακ Λιού, υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Ομπάμα, να λειτουργεί ως πρέσβης καλής θελήσεως υπέρ των θέσεων της Αθήνας και να επιχειρεί να οριοθετήσει τη γερμανική γραμμή της αυστηρής λιτότητας.

Η εκλογή Τραμπ αλλάζει τις ισορροπίες και επηρεάζει, προφανώς, και την Ελλάδα. Επί του παρόντος, σε επίπεδο ελληνικής κοινής γνώμης, η εκλογή Τραμπ αντιμετωπίζεται με όρους οπαδικούς και απαξίωσης. Μοιάζει λογικό. Κυβέρνηση και κόμματα, όμως, δεν έχουν την πολυτέλεια να επιλέγουν τους συνομιλητές τους, πολλώ δε μάλλον όταν μιλάμε για τις ΗΠΑ. Αντιθέτως, έχουν την υποχρέωση να αναζητήσουν, ήδη από σήμερα, διαύλους επαφής προκειμένου να λάβουν έγκαιρα θέση στο νέο σύστημα διακυβέρνησης που αναλαμβάνει, από τον Ιανουάριο, τις τύχες της υπερδύναμης. Μόνον έτσι μπορούν να προασπιστούν με τον καλύτερο τρόπο τα ελληνικά συμφέροντα.

 

 

Ακολουθήστε το Madata.GR στο Google News Madata.GR in Google News

ΔΕΙΤΕ ΤΑ VIDEO

Δείτε ακόμα