Πρεμιέρα για τα Θερινά Σινεμά με το οσκαρικό Nomadland και άλλες επτά ταινίες

Πρεμιέρα για τα Θερινά Σινεμά με το οσκαρικό Nomadland και άλλες επτά ταινίες

Επιστροφή στο σινεμά, έπειτα από επτά μήνες λόγω της πανδημίας και του lockdown, και τα θερινά είναι έτοιμα να υποδεχθούν το κοινό, με τη γνώριμη δροσιά τους, τα αρώματα, τα κουνούπια και τα μέτρα υγειονομικής ασφάλειας. Έτσι, οι σινεφίλ θα έχουν την ευκαιρία να δουν το «Nomadland», που θριάμβευσε στα φετινά Όσκαρ, με την εντυπωσιακή ερμηνεία της Φράνσις ΜακΝτόρμαντ. Παράλληλα, θα προβληθούν άλλες επτά ταινίες και ανάμεσά τους το κινούμενο σχέδιο «Soul» και το «Wonder Woman 1984».

 Nomadland / Σκηνοθεσία: Κλόι Ζάο / Παίζουν: Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, Ντέιβιντ Στράδερν, Λίντα Μέι, Σαρλίν Σουάνκι

Η 39χρονη Κινέζα Κλόι Ζάο, που ζει χρόνια στην Αμερική, έχοντας δείξει το ταλέντο της με το «Καλπάζοντας με το Όνειρο» το 2017, αποτυπώνει με μια εξαιρετική ευκρίνεια μια διαφορετική Αμερική απ' αυτή που προβάλλεται, μακριά από τα στερεότυπα για τη «χώρα της ευκαιρίας», όπου το κατά κεφαλήν εισόδημα αγγίζει τα 65.000 δολάρια. Συντρίβει το «αμερικάνικο όνειρο» όχι μέσα από ένα βαρύγδουπο δράμα, αλλά από ένα λιτό ψυχογράφημα, μιας γυναίκας και πολλών άλλων συνανθρώπων της που πετιούνται στα σκουπίδια με το που θα αρχίσουν να κοντοζυγώνουν την τρίτη ηλικία, αφού το σύστημα τούς θεωρεί λίγο πολύ άχρηστους για να προσφέρουν περισσότερο χρήμα στο απάνθρωπο και πλέον αγριεμένο οικονομικό μοντέλο.

Η Ζάο, εμπνευσμένη από το βιβλίο της δημοσιογράφου Τζέσικα Μπρούντερ «Nomadland: Surviving America in the Twenty-First Century» θα αφήσει έξω από το θέμα της τα εκατομμύρια των αστέγων, για να καταπιαστεί με αυτούς που δηλώνουν ότι «δεν έχουν σπίτι» και επιλέγουν να ζήσουν σαν νομάδες, σε μικρά τροχόσπιτα ή σε φορτηγάκια. Που θέλουν πλέον να ξεφύγουν απ' το μοντέλο που θέλει τους απόκληρους να χάνονται στο πλήθος, να καταναλώνουν από το υστέρημά τους, να διαλύονται σιγά - σιγά, χωρίς σχεδόν κανένα δικαίωμα στην υγεία, τις υπηρεσίες πρόνοιας, σε ένα αξιοπρεπές φινάλε.

 Άνθρωποι που ζουν στη φύση, με ελάχιστα, αναδεικνύουν τη σαβούρα σε κάτι χρήσιμο, δείχνουν την αλληλεγγύη τους, με δώρο ένα ηλιοβασίλεμα, μια γλυκιά βραδιά γύρω από μία φωτιά, κατακτώντας το δικαίωμα να κοιτάζουν τον ανοιχτό ορίζοντα της ξεχασμένης Αμερικής, μακριά από τις πολύβουες νοσηρές πόλεις. Η Ζάο αποτυπώνει με ξεχωριστή λιτότητα, χαμηλόφωνα, νατουραλιστικά έναν κόσμο που έχει χάσει την ελπίδα του, αλλά προτιμά την αξιοπρέπεια από τα ψίχουλα που πέφτουν κάτω από τα καρβέλια της άρχουσας τάξης, δίνουν τον αγώνα τους για επιβίωση με κάποιους δικούς τους όρους. Για μια ακόμη φορά, η Ζάο δίνει το «ελεύθερο» στον φωτογράφο της Τζόσουα Τζέιμς Ρίτσαρντς να αναδείξει τις αχανείς εκτάσεις, τους ανοιχτούς ορίζοντες, τη σχέση ανθρώπου- φύσης, μια συνύπαρξη που δεν είναι πάντα εύκολη, αλλά είναι πιο κοντά στο φυσιολογικό.

Ωστόσο, το υπερόπλο της ταινίας ακούει στο όνομα Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, καθώς η βραβευμένη με τρία Όσκαρ ηθοποιός (φυσικά και για το Nomadland) στον κεντρικό ρόλο δίνει μία συγκλονιστική ερμηνεία. Χωρίς να μιλάει ιδιαίτερα, στέκεται και παρατηρεί και μέσα από το εκφραστικότατο πρόσωπό της καθρεφτίζονται ρεαλιστικά τα πρόσωπα των κατατρεγμένων, των νομάδων του 21ου αιώνα. Η ΜακΝτόρμαντ τραχιά σαν το περιβάλλον της άγριας Δύσης, παίζει απλά, με μία φυσικότητα που θα βοηθήσει τους ερασιτέχνες ηθοποιούς να πάρουν το χρόνο που τους ανήκει, να αναδείξουν τους χαρακτήρες που δεν μπορούν να πάρουν τίποτα άλλο, από μία χώρα, έναν κόσμο, που μάλλον τους αποστρέφεται. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 11 Σεπτεμβρίου του 2020 στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας και έλαβε θετικές κριτικές. Στην 93η Απονομή των Βραβείων Όσκαρ, κέρδισε τα βραβεία Καλύτερης ταινίας, Σκηνοθεσίας και Α' Γυναικείου Ρόλου.

Wonder Woman 1984 / Σκηνοθεσία: Πάτι Τζέκινς / Παίζουν: Γκαλ Γκαντότ, Κόνι Νίλσεν, Πέντρο Πασκάλ, Κρίστεν Γουίγκ, Κρις Πάιν, Ρόμπιν Ράιτ

Η ταινία βασίζεται στον χαρακτήρα της ομώνυμης σούπερ ηρωίδας της DC, δεν μπορεί να δικαιολογήσει ούτε μια στιγμή την αναμονή των φίλων του είδους. Βεβαίως, οι φανατικοί των υπερηρωικών ταινιών θα σπεύσουν, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μείνουν ανικανοποίητοι. Η υπόσχεση για ένα υπερθέαμα, που θα απογειώσει τη διασκέδαση και θα προσφέρει τουλάχιστον τις γνωστές σκηνές μαγείας θα διαψευστούν πολύ γρήγορα, ενώ διερωτάσαι γιατί έπρεπε να πεταχτούν έτσι 200 εκατομμύρια δολάρια (το κόστος παραγωγής).

Η ένδεια της ταινίας γίνεται φανερή από την αρχή με την σεκάνς που θυμίζει στίβο μάχης, παραπέμποντας στα τηλεοπτικά ριάλιτι επιβίωσης και στον εθισμό του κοινού που απευθύνεται, αλλά και στη σκηνοθεσία της Πάτι Τζέκινς που στις 2,5 ώρες του φιλμ στοιβάζει ανάκατα όλες τις συνταγές, τα κλισέ και τις ευκολίες ενός επιφανειακού εντυπωσιασμού, ενώ ταυτόχρονα αφήνει στο κενό τους χαρακτήρες και το χιούμορ την έχει κάνει για άλλες πολιτείες. Η Γκαλ Γκαντότ είναι πολύ καλή για αθλήτρια, ενώ το υπόλοιπο καστ είναι εντελώς αδιάφορο.

 Soul. / Σκηνοθεσία: Πιτ Ντόκτερ

Αν και ένα από τα βασικά μηνύματα της ταινίας είναι η ομορφιά της απλότητας στη ζωή, οι άνθρωποι της Pixar και ο σκηνοθέτης Πιτ Ντόκτερ, μάλλον τα μπερδεύουν περισσότερο από όσο πρέπει, καθώς το φιλμ θα είναι ακατανόητο για τους πιτσιρικάδες και ίσως βαρετά απλοϊκό για τους μεγαλύτερους. Η προσπάθεια των παραγωγών να φτιάξουν ένα animation για όλες τις ηλικίες, πέφτει στην παγίδα της πολιτικής ορθότητας, του εντυπωσιασμού, αλλά και της γενικότερης θολούρας που μάλλον επικρατεί εσχάτως στη χώρα του Χόλιγουντ.

Με ένα θέμα πρόσφορο για δημιουργία, αυτό της αναζήτησης της ψυχής, της σπίθας που χάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι, το ταλέντο και το όνειρο που θάβεται στις ανάγκες της καθημερινότητας, ο Ντόκτερ χάνει την ευκαιρία να μιλήσει απλά και κατανοητά στην καρδιά του μικρού θεατή, να αφυπνίσει τον ενήλικα. Η αναφορά της ταινίας στο μεταφυσικό είναι ακατανόητο, ψυχρό και το πιο βαρετό σημείο της ταινίας. Βεβαίως, πρέπει να αναγνωρίσουμε στην Pixar ότι η ταινία απευθύνεται στη μεγάλη αγορά των ΗΠΑ και αυτά που θεωρούμε εδώ τα μηνύματα λίγο πολύ απλοϊκά, εκεί ίσως φαίνονται πρωτόγνωρες ανακαλύψεις.

Η σπουδαιότητα τής ψυχής και του ονείρου, η υπαρξιακή αγωνία, η ταυτότητα, οι ανθρώπινες σχέσεις, η αγάπη, η κατανόηση του άλλου, ίσως για κάποιους να είναι περιττά, ίσως απλώς να μπαίνουν στο μπλέντερ, που μαζί με οικονομικά, στατιστικά στοιχεία και το καλούπι του «σύγχρονου ανθρώπου», βγάζει «πετυχημένους ανθρώπους», έτοιμους να ενταχθούν στον πουρέ των ανίσχυρων κοινωνιών. Έτσι, οι μικροί μας φίλοι θα μείνουν με πολλές απορίες για το τι βλέπουν και οι μεγάλοι θα βαρεθούν να απαντούν τα αυτονόητα για τα εύπεπτα και απλοϊκά μηνύματα της ταινίας. Πάντως, το «Soul» κέρδισε το Όσκαρ κινουμένων σχεδίων και το Όσκαρ μουσικής.

Οι Μάγισσες / Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Ζεμέκις / Παίζουν: Αν Χάθαγουεϊ, Οκτάβια Σπένσερ, Στάνλεϊ Τούτσι, Μοργκάνα Ρόμπινσον, Αν Ντέβλιν

Ο Ρόμπερτ Ζεμέκις ξαναπιάνει το γνωστό ομότιτλο βιβλίο του Ρόαλντ Νταλ, για να κάνει το ριμέικ της καλτ ταινίας του Νίκολας Ρέγκ (1990), με την εξαίσια τότε Αντζέλικα Χιούστον, αλλά μάλλον χάνει τα αβγά και τα πασχάλια. Το νόημα του βιβλίου χάνεται, όπως και το ενδιαφέρον, στην πλαδαρότητα της αφήγησης, τη διεκπεραιωτική σκηνοθεσία, την έλλειψη φαντασίας, ενώ οι διασκεδαστικές στιγμές είναι ελάχιστες, καθώς δεν βοηθούν ούτε οι ηθοποιοί με τις άστοχες μανιέρες τους, και ακολουθώντας μια μπαγιάτικη συνταγή.

 Έξι Λεπτά Πριν τα Μεσάνυχτα (Six Minutes to Midnight) / Σκηνοθεσία: Άντι Κόνταρντ / Παίζουν: Έντι Ίζαρντ, Κάρλα Γιούρι, Τζέιμς Ντάρσι, Τζούντι Ντεντς, Ντέιβιντ Σόφιλντ

Παλαιομοδίτικη κατασκοπική ταινία -αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό- που θέλει να συνδυάσει το δράμα χαρακτήρων με το μυστήριο και τη δράση, αλλά δείχνει από την αρχή ξέπνοη και όσο προχωρά τόσο απογοητεύει. Η ταινία του Άντι Κόνταρντ, που θέλει να θυμίσει κάτι από το πνεύμα του Χίτσκοκ, δείχνει αν μη τι άλλο ασέβεια και στον μετρ της αγωνίας, αλλά και προς τη βρετανική σχολή, που έχει παράδοση στο είδος.

Το στόρι, που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, θέλει μία σχολή στη βρετανική εξοχή, που σπουδάζουν κόρες Γερμανών ναζιστών, να έχει γίνει φωλιά κατασκόπων κι ένας νεοφερμένος Άγγλος καθηγητής και πράκτορας των μυστικών βρετανικών υπηρεσιών να προσπαθεί να τους ξεσκεπάσει, λίγο πριν την έναρξη του Πολέμου. Στην ταινία τίποτα δεν λειτουργεί σωστά, η αρχή κρεμάει επικίνδυνα και ξεχειλώνει όσο προχωρά. Με τη πλαδαρότητα να κυριαρχεί, το σασπένς να είναι άγνωστη έννοια και οι χαρακτήρες να μένουν ξεκρέμαστοι, σχεδόν αδιάφοροι. Ο πρωταγωνιστής Έντι Ίζαρντ, χωρίς νεύρο, μοιάζει ακατάλληλος για τον ρόλο, η συμπρωταγωνίστρια Κάρλα Γιούρι, ανέκφραστη, περνά σχεδόν απαρατήρητη, ενώ η πολύπειρη Τζούντι Ντεντς κάνει μία ακόμη αρπαχτή.

Προβάλλονται επίσης οι ταινίες:
Πρόστιμο: Ελληνική δραματική περιπέτεια του Φωκίωνα Μπόγρη. Και πάλι κόσμος της νύχτας, έγκλημα, περιθώριο, ψυχολογικά αδιέξοδα και μπόλικη βωμολοχία…

Τρία Υπέροχα Κορίτσια (Ε per il Τuo Βene): Ιταλική φαρσοκωμωδία του Ρολάντο Ραβέλο, με τις περιπέτειες τριών πατεράδων και των ατίθασων κοριτσιών τους, που έχει ορισμένες πλάκες, αλλά μέχρις εκεί.

 Και οι Θεοί Τρελάθηκαν (The Gods Must Be Crazy): Νοτιοαφρικανική κωμωδία του Τζέιμι Ουάις σε επανέκδοση. Τεράστια και αναπάντεχη εμπορική επιτυχία του 1980, με μία φυλή της ερήμου Καλαχάρι να λαμβάνουν ως δώρο από το θεό ένα άδειο μπουκάλι κόκα κόλα… Σήμερα, αν και κάπως ξεπερασμένη, έχει το ενδιαφέρον της και φυσικά αρκετά γέλιο.

Ακολουθήστε το Madata.GR στο Google News Madata.GR in Google News

Δείτε ακόμα