Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος: Αν θέλει η Πολιτεία να κάνει δημοψήφισμα για την Εκκλησία

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος εκτοξεύει  για όλα τα θέματα που αφορούν τις σχέσεις Εκκλησίας Πολιτείας, στην εισήγησή του στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας. Μιλά για τον Χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας, για την αξιοποίηση της περιουσίας, για τα θρησκευτικά, για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Ειδικά για το μάθιημα των θρησκευτικών ο Αρχιεπίσκοπος επαναλαμβάνει τη θέση του να ξεκινήσει διάλογος από μηδενική βάση και προτείνει στην επιτροπή διαλόγου από πλευράς Εκκλησίας να υπάρχουν τέσσερις αρχιερείς αλλά κανένας εκπρόσωπος από τις δύο ενώσεις θεολόγων (Πανελλήνια Ένωση και «Καιρός»).

Σημειώνεται ότι είναι η πρώτη φορά που ένας Αρχιεπίσκοπος είναι ο βασικός εισηγητής σε μία Ιεραρχία. Όπως εξηγεί ο ίδιος, αναλογιζόμενος την κρισιμότητα των συνθηκών στη χώρα επέλεξε να είναι ο ίδιος βασικός εισηγητής στην Ιεραρχία παρουσιάζοντας τους προβληματισμούς τους για το για το χθες, το σήμερα και το αύριο της Εκκλησίας.

Σφοδρότατη κριτική στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αλλά και σε όσα κόμματα της Αριστεράς επιμένουν πιεστικά και εμμονικά στον διαχωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος ασκεί ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος κατά τη σημερινή του εισήγηση ενώπιον της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, τονίζοντας ότι εάν η κυβέρνηση επιθυμεί κάτι τέτοιο «και έχει τη συγκατάθεση αυτού του λαού ας το επιχειρήσει τηρώντας, βεβαίως τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι της Εκκλησίας και τις σχετικές συμβάσεις».

Ο Προκαθήμενος της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας δεν δίστασε να στηλιτεύσει τη στάση τον κομμάτων της Αριστεράς, επισημαίνοντας πως «μιλούν γα χωρισμό εκκλησίας και Κράτους επικαλούμενοι δήθεν προοδευτικά συνθήματα».

Για τον χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας

Τόνισε πως η Εκκλησία δεν πρέπει να ζητήσει χωρισμό από τον λαό.

«Η Εκκλησία, η οποία ασκεί μία και μοναδική εξουσία, την εξουσία να αγαπά ολοκληρωτικά τον Θεό και απροϋπόθετα τον άνθρωπο, δεν πρέπει να ζητήσει ποτέ τον χωρισμό από το λαό Της. Γιατί αυτό επιδιώκεται από όσους επιχειρούν με λόγους στηριγμένους σε μυθεύματα και μυθοπλασίες, που τους ανέθρεψαν κατά το παρελθόν, να θέσουν την Εκκλησία στο περιθώριο της ιστορίας και της σύγχρονης ζωής».

Ανέφερε πως αν η Πολιτεία θελήσει χωρισμό θα πρέπει να τηρήσει τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Εκκλησία. Δηλαδή τη μισθοδοσία κληρικών από το κράτος και την παραχώρηση περιουσίας από την Εκκλησίας προς την Πολιτεία.

«Η Εκκλησία υπήρξε, είναι και θα υπάρχει Μάνα του λαού μας με ό,τι αυτό σημαίνει. Η Πολιτεία, αν το θελήσει, και έχει τη συγκατάθεση αυτού του λαού, ας επιχειρήσει τον χωρισμό, τηρώντας απαρέγκλιτα τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει απέναντι στην Εκκλησία και τις σχετικές συμβάσεις».

Βεβαίως, πιστεύω, συνέχισε ο Αρχιεπίσκοπος, «ότι η Πολιτεία ούτε θέλει, αλλά ούτε μπορεί πράγματι να χωριστεί από την Εκκλησία με όρους κοινωνίας. Μπορεί βεβαίως να επιβάλει με ιδεολογικά κριτήρια το χωρισμό της Εκκλησίας από τις θεσμικές λειτουργίες του κράτους, αλλά δε μπορεί να επιβάλλει και το χωρισμό της Εκκλησίας από την κοινωνία. Άλλωστε, ο χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας δεν είναι χαρακτηριστικό της ποιμαντικής διακονίας της Εκκλησίας, της οποίας η πνευματική σχέση με τον λαό παραμένει αλώβητη στη διάρκεια του χρόνου.

Η Εκκλησία δεν χωρίζεται από τα παιδιά Της, υπογράμμισε, γιατί οι σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, ούτε είναι, ούτε μπορεί να είναι μία προσωπική ή ιδεολογική υπόθεση εργασίας, αλλά είναι υπόθεση ενός λαού».

Και παλαιότερα για τον χωρισμό, ο Αρχιεπίσκοπος έχει πει πως αν τον θέλει η Πολιτεία θα πρέπει να κάνει δημοψήφισμα.

«Ἡ Ἐκκλησία «δέν χωρίζεται ἀπό τά παιδιά της». Ὅποιος θέλει ἀποχωρεῖ. Ὅποιος θέλει ἐπιστρέφει» λέει με νόημα.

«Τα κόμματα της Αριστεράς με τη γνωστή φιλοσοφικο-κοινωνική βιοκοσμοθεωρία του κομμουνιστικού κοσμοειδώλου, όπως γνώρισε τον χωρισμό αυτό ο καταρρεύσας υπαρκτός σοσιαλισμός στο ανατολικό μπλοκ, που στην ουσία ήταν ο διωγμός της θρησκευτικής πίστεως, ελαύνονται από αποτυχημένα αθεϊστικά ιδεολογήματα και συναντώνται με τα υπόλοιπα κόμματα του νεοφιλελεύθερου χώρου κάτω από τις ντιρεκτίβες της νέας εποχής και της νέας τάξεως. Μιλούν γα χωρισμό εκκλησίας και Κράτους επικαλούμενοι δήθεν προοδευτικά συνθήματα. Οι αντιλήψεις, όμως, περί χωρισμού είναι του περασμένου αιώνα που γεννήθηκαν κάτω από μισαλλόδοξο αντιθρησκευτικό και αντικληρικαλιστικό λαϊκιστικό πνεύμα που δεν συμβιβάζεται με τις σημερινές πολιτειακές και θρησκευτικές αντιλήψεις», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ιερώνυμος.

Και πρόσθεσε με ιδιαίτερη έμφαση: «Η προσωπική μου άποψη είναι ότι η Πολιτεία ούτε θέλει αλλά ούτε μπορεί, πράγματι, να χωριστεί από την Εκκλησία με όρους κοινωνίας όπως δεν μπορεί να χωρισθεί από οποιαδήποτε "γνωστή θρησκεία". Η Πολιτεία, εάν το θελήσει, και έχει τη συγκατάθεση αυτού του λαού ας το επιχειρήσει τηρώντας, βεβαίως τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι της Εκκλησίας και τις σχετικές συμβάσεις».

«Ο δημόσιος λόγος το τελευταίο διάστημα έχει βομβαρδιστεί με μία ανεξήγητη φλυαρία, πολυλογία, λόγια, λόγια. Η Εκκλησία δεν διανοείται να απευθυνθεί στα παιδιά της με ιδεοληψίες με αγκυλώσεις, με σύνδρομα μειονεξίας, με απωθημένα από το παρελθόν ή με φαντασιακή ενατένιση του μέλλοντος», είπε, εξάλλου, ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος κατά τη διάρκεια της προσφώνησης του, καλωσορίζοντας τα μέλη της Ιεραρχίας στην ετήσια Σύνοδό τους.

Κατά τα λοιπά, στην 86σέλιδη εισήγησή του προς την ετήσια Σύνοδο της Ιεραρχίας, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος υπογραμμίζει τον ρόλο της Εκκλησίας από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι και τις μέρες μας, ενώ ξεκαθαρίζει ότι η Εκκλησία θα δώσει το «παρών» στην αναθεώρηση του Συντάγματος, αλλά και σε ό,τι αφορά ειδικότερα το μάθημα των Θρησκευτικών, για το οποίο ζήτησε να υπάρξει διάλογος.

Ειδικότερα ως προς τη διδασκαλία του συγκεκριμένου μαθήματος, ο κ. Ιερώνυμος προέβαλε την εφαρμογή του γερμανικού προτύπου.

Ακολουθήστε το Madata.GR στο Google News Madata.GR in Google News

Δείτε ακόμα