Κομισιόν: Ακριβό το πακέτο μέτρων, δεν πάει σε σωστή κατεύθυνση - ΥΠΟΙΚ: Ο στόχος θα επιτευχθεί

Κομισιόν: Ακριβό το πακέτο μέτρων, δεν πάει σε σωστή κατεύθυνση - ΥΠΟΙΚ: Ο στόχος θα επιτευχθεί

Για σοβαρούς κινδύνους για την επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για πρωτογενή πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και μετά από την Ελλάδα, καθώς και για τη συμμόρφωση με το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο το 2020, προειδοποιεί σήμερα η Κομισιόν, με την τρίτη έκθεσή της για τη μεταμνημονιακή εποπτεία της χώρας.

Για σοβαρούς κινδύνους  για την επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για πρωτογενή πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και μετά από την Ελλάδα, καθώς και για τη συμμόρφωση με το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο το 2020, προειδοποιεί σήμερα η Κομισιόν, με την τρίτη έκθεσή της για τη μεταμνημονιακή εποπτεία της χώρας. 

Απαντώντας σε ερώτημα του real.gr σχετικά με το αν και κατά πόσο συνιστά πολιτικό ζήτημα η καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων και η δυνητική δημοσιονομική εκτροπή, ο Επίτροπος Μοσκοβισί τόνισε αφενός ότι η χώρα έχει σαφώς αποδείξει στο παρελθόν πως έχει κάνει πολλά, ωστόσο υπάρχουν καθυστερήσεις και “η οπισθοδρόμηση δεν είναι ο δρόμος προς το μέλλον”. Σημείωσε ότι “όποιος και αν σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να σεβαστεί τις μεταρρυθμίσεις” και “η Κομισιόν θα κάνει μαζί του διάλογο και θα σταθεί “αρωγός” και “φίλος του ελληνικού λαού”. Κατέληξε δε λέγοντας ότι “ο ελληνικός λαός θα αποφασίσει ποιος θα είναι στην επόμενη κυβέρνηση στις 7 Ιουλίου”. Ο Αντιπρόεδρος Ντομρόβσκις επανέλαβε ότι “ο χώρος για ελιγμούς είναι εξαιρετικά περιορισμένος”.  

Όπως συγκεκριμένα προειδοποίησε κατά την παρουσίαση της έκθεσης ο Αντιπρόεδρος Βάλντις Ντομπρόνβσκις: καταγράφεται "επιβράδυνση της μεταρρυθμιστικής δυναμικής", το πακέτο επεκτατικών δημοσιονομικά μέτρων  που ανακοιίνωσε η κυβέρνηση στην Αθήνα "είναι ακριβό και δεν πάει προς την σωστή κατεύθυνση", ενώ  αναιρεί συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις. Ο Αντιπρόεδρος προειδοποίησε ότι δεν πρέπει "να χαραμιστεί η πρόοδος" και ξεκαθάρισε απευθυνόμενος στις αρχές ότι "η επιστροφή στις αγορές είναι ευαίσθητη υπόθεση" και "δεν υπάρχει χώρος για λάθη".

Αναλυτικά σύμφωνα με τον κείμενο της έκθεση που υιοθέτησε το Κολέγιο των Επιτρόπων, "η ποιότητα των πρόσφατων δημοσιονομικών μέτρων προκαλεί ανησυχία, δεδομένου του στόχου να καταστούν τα δημόσια οικονομικά πιο φιλικά προς την ανάπτυξη και να κατευθυνθεί ένα μεγαλύτερο μερίδιο των κοινωνικών δαπανών προς τις ομάδες που αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη ένταση φτώχειας".

Προειδοποιεί μάλιστα για τα εξής;

- Χαμηλότεροι συντελεστές ΦΠΑ για τα προϊόντα διατροφής, τα εστιατόρια και τις υπηρεσίες τροφίμων, την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο θα έχουν εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος 0,4% του ΑΕΠ.

- Η Εισαγωγή μιας μόνιμης 13ης σύνταξης και χαλάρωση των κριτηρίων επιλεξιμότητας για τις συντάξεις επιζώντων έχει εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος 0,5% του ΑΕΠ.

- Τα νέα καθεστώτα δόσεων για τον διακανονισμό χρεών επί των φόρων, των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και των πληρωμών προς τις τοπικές κυβερνήσεις έχει εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος που κυμαίνεται από 0,3-0,6% του ΑΕΠ το 2019.

Η Κομισιόν προειδοποιεί αυστηρά ότι τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους όσον αφορά τις συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις.

Επιπλέον "οι κίνδυνοι που συνδέονται με τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των εξαιρέσεων από το ενοποιημένο μισθολογικό δίκτυο έχουν εν μέρει υλοποιηθεί και παραμένουν πηγή ανησυχίας".

Ταυτόχρονα ο κύριος μοχλός της καλύτερης απόδοσης σε σχέση με το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν πως "οι δημόσιες δαπάνες που ήταν πολύ χαμηλότερες από τα αρχικά σχέδια - τόσο για επενδύσεις όσο και για τακτικές δαπάνες".

Παρά την πρόοδο των τελευταίων ετών, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μείζονες προκλήσεις όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα. Πρέπει να γίνουν περισσότερα για την προώθηση των εξαγωγών ώστε να επιτευχθεί ο στόχος των εξαγωγών / ΑΕΠ των αρχών κατά 50% έως το 2025. Η πρόοδος με την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων στην αγορά ενέργειας επιβραδύνθηκε σημαντικά τους τελευταίους μήνες.

Αναλυτικά η Κομισιόν προειδοποιεί ότι η Ελλάδα υπερέβη τον συμφωνηθέντα στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ το 2018, κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης υποαπορρόφησης των ανώτατων ορίων δαπανών, ιδίως όσον αφορά τις δημόσιες επενδύσεις. Το αρχικό ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης κατέγραψε πλεόνασμα (1,1% του ΑΕΠ) για τρίτη συνεχή χρονιά, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα που παρακολουθήθηκε υπό ενισχυμένη εποπτεία έφθασε το 4,3% του ΑΕΠ, πολύ πάνω από το στόχο.

Ο Επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί, προϊστάμενος των υπηρεσιών που συνέξαν την έκθεση δήλωσε πως "το πρωί εγκρίναμε την τρίτη ενισχυμένη έκθεση επιτήρησης για την Ελλάδα και όπως γνωρίζετε, αυτές οι τριμηνιαίες εκθέσεις συμβάλλουν στην παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους συμφωνημένους δημοσιονομικούς στόχους και στη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων".

"Έχει αρχίσει μια σταδιακή επιστροφή στη χρηματοδότηση της αγοράς. Πρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους ύψους περίπου 970 εκατ. Ευρώ τέθηκαν σε εφαρμογή τον Απρίλιο. Έχουν γίνει τόσα πολλά από τις ελληνικές αρχές για την αναζωογόνηση της ελληνικής οικονομίας", είπε. "Η έκθεσή μας αναφέρει επίσης ορισμένες καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών δεσμεύσεων. Επισημαίνει επίσης τους κινδύνους για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων μετά τη δέσμη μέτρων που εγκρίθηκε τον περασμένο μήνα. Επομένως, πρέπει να δώσουμε προσοχή σε αυτόν τον στόχο του πλεονάσματος του προϋπολογισμού τους επόμενους μήνες".

"Όποια και αν είναι η επόμενη κυβέρνηση, η Επιτροπή θα συνεχίσει να βοηθά την Ελλάδα να επιτύχει μια βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη. Η σημερινή έκθεση αποτελεί αφετηρία για τον εποικοδομητικό διάλογο που θέλουμε να διατηρήσουμε με τις ελληνικές αρχές", κατέγραψε.

Αναλυτικά, σύμφωνα με την έκθεση:

Τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους όσον αφορά τις συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις και την πιθανή διεύρυνση των εξαιρέσεων από το ενιαίο μισθολόγιο

Καμία νέα πληροφορία σχετικά με την εκκρεμούσα υπόθεση περί συντάξεων δεν είναι διαθέσιμη από τη δημοσίευση της δεύτερης ενισχυμένης έκθεσης επιτήρησης και η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη συνταγματικότητα των περικοπών των εποχιακών επιδομάτων δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί. 

Επιπλέον, οι κίνδυνοι για την ακεραιότητα του ενιαίου μισθολογίου έχουν ήδη αρχίσει να υλοποιούνται και παραμένουν πηγή ανησυχίας. 

Προέρχονται κυρίως από την απόφαση απαλλαγής ορισμένων υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών από το ενοποιημένο μισθολογικό δίκτυο τον Οκτώβριο του 2018, μια απόφαση που επεκτάθηκε και σε άλλες δημόσιες οντότητες από τότε. Μολονότι το κόστος αυτού του μέτρου είναι σχετικά περιορισμένο, αυξάνει την πιθανότητα νομικών προκλήσεων από άλλες ομάδες δημόσιων υπαλλήλων ή / και περαιτέρω διακριτικές εξελίξεις. Η δημιουργία ενιαίου μισθολογικού δικτύου ήταν μία από τις βασικές μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής βοήθειας. Σε περίπτωση που οι δικαστικές αποφάσεις ανατρέπουν τα βασικά διαρθρωτικά στοιχεία των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος, οι επαναλαμβανόμενες δημοσιονομικές επιπτώσεις τέτοιων αποφάσεων πρέπει να αντιμετωπιστούν σε μεγάλο βαθμό από δράσεις εντός του ίδιου τομέα πολιτικής.

Έχουν εγκριθεί νέα προγράμματα δόσεων για φορολογικά, κοινωνικά και δημοτικά χρέη με έως και 120 μηνιαίες δόσεις. Αυτό μεταβάλλει μια βασική μεταρρύθμιση που εγκρίθηκε το 2013, η οποία αντικατέστησε τα καθεστώτα πρώην διακανονισμού με ένα ενιαίο «βασικό» σύστημα που ήταν προσπελάσιμο βάσει αυστηρών κριτηρίων επιλεξιμότητας κατά τρόπο που αποκαθιστά τα προβλήματα σχεδιασμού προηγούμενων σχεδίων. Ενώ το πεδίο εφαρμογής του χρέους κοινωνικής ασφάλισης είναι πιο στοχοθετημένο, δεδομένου ότι επικεντρώνεται στον αυτοαπασχολούμενο και συνδέει τα δικαιώματα με τις εισφορές, το νέο καθεστώς επιδομάτων στους φόρους δεν περιλαμβάνει καμία συγκεκριμένη προτεραιότητα όσον αφορά την επιλεξιμότητα ή οποιαδήποτε προηγούμενη αξιολόγηση βιωσιμότητας. 

Προβληματικές οι 120 δόσεις:

Με βάση την εμπειρία του παρελθόντος, η ανακοίνωση νέων προγραμμάτων δόσεων μπορεί να συνέβαλε στην αποδυνάμωση της είσπραξης εσόδων και μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους για την πειθαρχία των πληρωμών. 

Σταματημένη η αποπληρωμή των arrears:

Η πρόοδος με την εκκαθάριση των καθυστερήσεων παραμένει απογοητευτική. Οι ελληνικές αρχές έχουν δεσμευτεί να εκκαθαρίσουν το απόθεμα καθυστερούμενων οφειλών, να αποφύγουν τη συσσώρευση νέων καθυστερημένων οφειλών (συνεχή δράση) και να ολοκληρώσουν την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που εντόπισε το Ελεγκτικό Συνέδριο στα μέσα του 2019. Παρά το γεγονός ότι το καθαρό απόθεμα καθυστερούμενων οφειλών μειώθηκε από το τέλος του προγράμματος, ο ρυθμός μείωσης έχει επιβραδυνθεί σημαντικά και εξακολουθούν να δημιουργούνται νέες καθυστερήσεις σε ορισμένους τομείς. Το απόθεμα καθαρών ληξιπρόθεσμων οφειλών στο τέλος Μαρτίου 2019 ανήλθε σε 1,4 δισ. Ευρώ, ενώ το ποσό των 0,3 δισ. Ευρώ χαμηλότερο από το τέλος του προγράμματος (Αυγούστου 2018), είναι το ίδιο επίπεδο με το τέλος Δεκεμβρίου 2018. Από τα συνολικά 7 δισ. Ευρώ που εκταμιεύθηκαν για καθυστερήσεις κατά τη διάρκεια του προγράμματος, 0,1 δισεκατομμύρια ευρώ παραμένουν αχρησιμοποίητα έως τα τέλη Απριλίου 2019.

Υπεράριθμοι στο δημόσιο:

Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα εξακολουθούν να παρακολουθούν προσεκτικά την κλίμακα των προσλήψεων στον δημόσιο τομέα. Το σχέδιο προσλήψεων για το 2019 καθώς και για την περίοδο 2020-2022, όπως περιλαμβάνεται στη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική του 2018, φαίνεται να σέβεται τον κανόνα της πρόσληψης ενός νέου προσωπικού μόνιμου προσωπικού στον δημόσιο τομέα, το ανώτατο όριο για τους έκτακτους υπαλλήλους δεν τηρήθηκε το 2018. Εκτιμάται ότι ο αριθμός του έκτακτου προσωπικού θα πρέπει να μειωθεί κατά περίπου 1 550 άτομα το 2019, προκειμένου να διατηρηθεί το συνολικό μέγεθος του δημόσιου τομέα. 

Όσον αφορά την αποτελεσματική παρακολούθηση, οι συμφωνημένες ενέργειες για τη βελτίωση της υποβολής εκθέσεων σχετικά με την απογραφή εξακολουθούν να εφαρμόζονται, ενώ τα ενημερωμένα στοιχεία προσωπικού για το 2019 δεν έχουν ακόμη αποσταλεί στον ιστότοπο της απογραφής. Οι μισθολογικές διατάξεις που εγκρίθηκαν πρόσφατα ενέχουν κινδύνους για το ενιαίο μισθολογικό δίκτυο και εκκρεμούν ορισμένες αποφάσεις για την ολοκλήρωση αυτής της μεταρρύθμισης. Αν και το πραγματικό δημοσιονομικό κόστος των πρόσφατων αποφάσεων για την επέκταση της κάλυψης των «προσωπικών διαφορών» σε ορισμένα Υπουργεία είναι μικρό, εγείρει διαρθρωτικά προβλήματα και δημοσιονομικό κίνδυνο καθώς άλλα Υπουργεία μπορούν να επιδιώξουν παρόμοιες μισθολογικές διατάξεις.

Καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις:

Ο ρυθμός υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων έχει επιβραδυνθεί τους τελευταίους μήνες και δεν διασφαλίζεται η συνοχή ορισμένων μέτρων με δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στους ευρωπαίους εταίρους. Ενώ υπάρχουν ορισμένοι τομείς πολιτικής στους τομείς όπου συνεχίζεται η εφαρμογή της μεταρρύθμισης (π.χ. ορισμένα ζητήματα σχετικά με το κτηματολόγιο, το Ελληνικό), υπάρχει κίνδυνος οι περισσότερες από τις 15 ειδικές δεσμεύσεις για τα μέσα του 2019 να μην μπορούν να ολοκληρωθούν εγκαίρως. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας (αξιολόγηση αναπηριών), η δημόσια διοίκηση (διορισμός διοικητικών γραμματέων) και η ενέργεια (εφαρμογή του υπόδειγμα στόχου), οι καθυστερήσεις αυτές κινδυνεύουν να διαρκέσουν αρκετούς μήνες. Η Επιτροπή υπογραμμίζει επίσης τη σημασία για τις ελληνικές αρχές να λάβουν μέτρα που θα επιτρέψουν την ομαλή διεξαγωγή διαγωνισμών ιδιωτικοποίησης (π.χ. HELPE, Εγνατία, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών) κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2019.

Στο πλαίσιο του Προγράμματος Σταθερότητας, οι ελληνικές αρχές ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να μην εφαρμόσουν το παθητικό πιστωτικό πακέτο φόρου εισοδήματος, το οποίο αναμένεται να τεθεί σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2020. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα προχωρήσουμε σε μέτρα που θα διευρύνουν τη φορολογική βάση και θα δημιουργήσουν φορολογικό χώρο 1% του ΑΕΠ για μεταρρυθμίσεις του φορολογικού συστήματος που ενισχύουν την ανάπτυξη.

Στις 15 Μαΐου 2019 και συνεπώς μετά την υποβολή του Προγράμματος Σταθερότητας, οι αρχές ενέκριναν δέσμη μόνιμων δημοσιονομικών μέτρων, τα οποία εκτιμούν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ότι θα έχουν δημοσιονομικό κόστος άνω του 1% του ΑΕΠ το 2019 και μετά. Τα μέτρα περιλαμβάνουν νέα καθεστώτα δόσεων για χρέη φόρων 5 και ταμεία κοινωνικής ασφάλισης και δήμους, μειώσεις επιλεγμένων συντελεστών ΦΠΑ, εισαγωγή 13ης σύνταξης και αναστροφή προηγούμενης μεταρρύθμισης των συντάξεων επιζώντων. Οι προβλέψεις των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων δείχνουν ότι η έγκριση των δημοσιονομικών μέτρων στις 15 Μαΐου 2019 θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του συμφωνηθέντος πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και μετά. 

Το μέγεθος θα εξαρτηθεί από την υιοθέτηση των νέων καθεστώτων δόσεων και τον αντίκτυπό τους στα υπάρχοντα συστήματα. Επιπλέον, και όπως υπογραμμίζεται στην αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος σταθερότητας, τα μέτρα εγείρουν επίσης ανησυχίες για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου (ΜΔΣ) σε διαρθρωτικούς όρους το 2020. Η επανεξέταση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της προληπτικής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης θα πραγματοποιηθεί το φθινόπωρο του 2019, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης του ισχύοντος δείκτη αναφοράς για την αύξηση των καθαρών δαπανών το 2020. 

Η ποιότητα των φορολογικών μέτρων που εγκρίθηκαν στις 15 Μαΐου 2019 προκαλεί ανησυχίες, δεδομένου του στόχου να καταστούν τα δημόσια οικονομικά περισσότερο φιλικά προς την ανάπτυξη και να κατευθυνθεί ένα μεγαλύτερο μερίδιο των κοινωνικών δαπανών προς ομάδες που αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη ένταση φτώχειας. Για παράδειγμα, η διάρκεια των νέων προγραμμάτων δόσεων είναι πολύ μεγάλη (120 μηνιαίες πληρωμές) και τα συστήματα περιέχουν περιορισμένες προβλέψεις για την αξιολόγηση της δυνατότητας πληρωμής. υπενθυμίζεται ότι μια βασική μεταρρύθμιση που θεσπίστηκε το 2013 αντικατέστησε όλα τα προηγούμενα καθεστώτα διακανονισμού με ένα ενιαίο «βασικό» σύστημα που είναι προσπελάσιμο βάσει αυστηρών κριτηρίων επιλεξιμότητας. Οι χαμηλότεροι συντελεστές ΦΠΑ για τα προϊόντα διατροφής, τα εστιατόρια και τις υπηρεσίες τροφίμων, τον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο αντιτίθενται σε ένα σημαντικό μέτρο που εγκρίθηκε τον Ιούλιο του 2015, διατηρώντας παράλληλα τον πολύ υψηλό συντελεστή 24% και αυξάνοντας περαιτέρω το χάσμα ΦΠΑ, την ΕΕ. Επιπλέον, η καθιέρωση μιας μόνιμης 13ης σύνταξης και η χαλάρωση των κριτηρίων επιλεξιμότητας για τις συντάξεις επιζώντων μερικώς αλλάζουν τα μέτρα που εγκρίθηκαν το 2012 και το 2016 αντίστοιχα. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα αυξήσουν τις δημόσιες δαπάνες για συντάξεις, οι οποίες είναι ήδη το υψηλότερο ως ποσοστό του ΑΕγχΠ στην ΕΕ και αντιβαίνουν στα μέτρα που εγκρίθηκαν στον προϋπολογισμό του 2019 που κατευθύνει μεγαλύτερο μέρος των δαπανών για κοινωνικές παροχές προς τους νέους και την εργασία που αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερους κινδύνους φτώχειας. Συνολικά, τα εγκριθέντα μέτρα για τις συντάξεις και τον ΦΠΑ στοχεύουν στην κατανάλωση και θα απορροφήσουν ένα σημαντικό μέρος του δημοσιονομικού χώρου που προβλεπόταν από τη νομοθεσία που εγκρίθηκε το 2017 για μειώσεις στην αύξηση του ποσοστού εργατικού και εταιρικού φόρου που ενισχύουν την ανάπτυξη.

Οι ελληνικές αρχές ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να υιοθετήσουν μια δέσμη πρόσθετων επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων για το 2020 το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους. Αυτές περιλαμβάνουν τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, καθώς και τη θέσπιση σειράς απαλλαγών και φορολογικών δαπανών ή επιδοτήσεων. Οι αρχές υπέβαλαν μόνο μια μερική εκτίμηση των δημοσιονομικών επιπτώσεων αυτών των μέτρων, συνολικού ύψους 1,2 δισεκατομμυρίων ευρώ ή 0,6% του ΑΕΠ. Επί του παρόντος, αυτές οι ανακοινώσεις παραμένουν δηλώσεις μελλοντικής πολιτικής πρόθεσης και μια αξιολόγηση σχετικά με την ποιότητα των μέτρων και η επίδρασή τους στην επίτευξη των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων θα πραγματοποιηθούν μόνο εάν υποβληθούν πραγματικά λεπτομερείς προτάσεις.

Στο eurogroup τα σχέδια για μείωση του πρ.πλεονάσματος;

Τέλος η έκθεση καταγράφει ότι οι ελληνικές αρχές ανακοίνωσαν επίσης την πρόθεσή τους να επανεξετάσουν τη συμφωνία που επιτεύχθηκε με τους ευρωπαίους εταίρους τον Ιούνιο του 2018 όσον αφορά τους ετήσιους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022. Σε σχέση με αυτό, οι αρχές εξετάζουν το ενδεχόμενο μεταφοράς μέρους των ταμειακών αποθεμάτων από τη δημοσιονομική υπεραπόδοση του 2016-2018 σε έναν λογαριασμό μεσεγγύησης. Κάθε πρόταση που μεταβάλλει τη συμφωνία που επιτεύχθηκε με τους ευρωπαίους εταίρους τον Ιούνιο του 2018 θα πρέπει να συζητηθεί στην Eurogroup στο πλαίσιο μιας ανανεωμένης ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους.

Πηγές ΥΠΟΙΚ: Το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2019 στο 4,1% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας τον στόχο κατά 0,6 μονάδες

Το υπουργείο Οικονομικών εμμένει στην πρόβλεψή του ότι το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης για το 2019 θα διαμορφωθεί στο 4,1% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας έτσι τον στόχο κατά 0,6 μονάδες και δημιουργώντας αντίστοιχο δημοσιονομικό χώρο. Με δεδομένο ότι τα ψηφισθέντα μέτρα έχουν κοστολογηθεί στο 0,6 % του ΑΕΠ, το υπουργείο Οικονομικών είναι βέβαιο ότι ο στόχος του 2019 θα επιτευχθεί.

Αυτό ανέφεραν πηγές του υπουργείου Οικονομικών σχετικά με την τρίτη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας που δημοσιοποίησε, το μεσημέρι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Οι ίδιοι παράγοντες επισήμαναν ακόμη ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατυπώνει επιφυλάξεις για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, όπως έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν, χωρίς ωστόσο να επαληθευθεί. Αναγνωρίζει, μάλιστα, προσέθεσαν οι συγκεκριμένοι παράγοντες του υπουργείου, ότι θα πρέπει να επανεκτιμήσει τα δεδομένα το φθινόπωρο.

Ακολουθήστε το Madata.GR στο Google News Madata.GR in Google News

Δείτε ακόμα