Βίκυ Μοσχολιού: Ζωή σαν παραμύθι

Μια ζωή σαν παραμύθι... Σύντομο. Οπως το είχε προβλέψει η Τσιγγάνα που διάβασε το χέρι της, πολλά χρόνια πριν, στο Τουρκολίμανο. «Η γραμμή της ζωής της είναι μικρή» έσκυψε και είπε στο αφτί της Αρετής, της φίλης της, αλλά εκείνη δεν της το αποκάλυψε ποτέ.

Η ζωή της Βίκυς Μοσχολιού. Μια ζωή γεμάτη νότες, χρωματισμένη από μια «φοβερή φωνή, σαν βιολοντσέλο». Από τότε που έτρεχε στις αλάνες της Αγίας Βαρβάρας του Αιγάλεω, της γειτονιάς όπου γεννήθηκε, ώς τις φτωχογειτονιές του Μεταξουργείου και στα χρόνια του μεροκάματου, όταν εργαζόταν ως κορδελιάστρα για να βοηθήσει την οικογένειά της. Από τα χρόνια της πρώτης νιότης, όταν ο Σταύρος Ξαρχάκος εμπιστεύθηκε στη «φρέσκια» φωνή της το «Ματωμένο φεγγάρι» της κινηματογραφικής ταινίας «Λόλα», ώς τη μεγάλη επιτυχία και τη δόξα. Και μετά ώς την αρρώστια που της έκοψε πρόωρα και άδικα το νήμα της ζωής. «Είμαι πολύ νέα, Θεούλη μου, σε παρακαλώ, χάρισέ μου τη ζωή!» προσευχόταν και παρακαλούσε η τραγουδίστρια στις στιγμές του μεγάλου πόνου. Αντεχε όμως. Με τη βοήθεια του Θεού στον οποίο πίστευε από πολύ βαθιά μέσα στην ψυχή της. Εκείνη που «κάποτε φοβόταν να πει τη λέξη “καρκίνος”», όπως είχε εκμυστηρευθεί.

Στο βιβλίο της γραμματέας της και επιστήθιας φίλης της Αρετής Γκόρντον, που κυκλοφορεί με τον τίτλο «Θυμάμαι τη Βίκυ Μοσχολιού», ξετυλίγεται σελίδα-σελίδα το κουβάρι της ζωής της δημοφιλούς τραγουδίστριας με την καθαρή, λαϊκή φωνή. «Ξέρω ότι θα μείνω μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Ξέρω ότι θα μείνω μέσα στις δισκοθήκες και τα σπίτια τους. Ξέρω ότι θα μείνω στην ψυχή και την καρδιά τους. Η μεγαλύτερη τιμή για μένα είναι η αγάπη του κόσμου» έλεγε μέχρι και λίγο πριν από το τέλος. Με ένα παράπονο, επειδή το καλό ελληνικό τραγούδι που η ίδια εκπροσωπούσε δεν ακουγόταν όπως παλιά. Η «Espresso» δημοσιεύει αποσπάσματτα και φωτογραφικό υλικό από το βιβλίο των εκδόσεων Φερενίκη που διατίθεται από σήμερα στα ράφια των βιβλιοπωλείων.


Οι έρωτες, τα τραγούδια και η μάχη με τον καρκίνο
H γνωριμία με τον Δομάζο και η «Λόλα»

Η Βίκυ Μοσχολιού ερωτεύθηκε τον Μίμη Δομάζο ως πελάτη στην «Τριάνα» του Χειλά, όπου τραγουδούσε με τον Γιώργο Ζαμπέτα και τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. «Το φθινόπωρο του ’63 η Βίκυ επέστρεψε στην “Τριάνα” για τη χειμερινή σεζόν με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τον Γιώργο Ζαμπέτα. Εκείνη την εποχή μπήκε στη ζωή της ο Δομάζος. Πήγαν στο μαγαζί μαζί με τον Παπαεμμανουήλ, τον Βαγγέλη Πανάκη, τον Λινοξυλάκη, τα μεγάλα αστέρια της χρυσής εποχής του Παναθηναϊκού και της ζήτησαν να τους κάνει παρέα. Οχι φυσικά για κονσομασιόν!» Το τι ακριβώς συνέβη τότε το περιγράφει η ίδια η Βίκυ Μοσχολιού στη συγγραφέα: «Εγώ ήθελα να πάω να του μιλήσω, αλλά ντρεπόμουν. Στο πρόγραμμά μας ήταν δύο κορίτσια, οι αδερφές Γεωργούλη, που ήταν πολύ πιο θαρραλέες από μένα. Τις πιάνω και τους λέω ότι και εγώ θέλω να κατέβω στο τραπέζι του Μίμη». Μια βραδιά τη σήκωσε ο Ζαμπέτας να τραγουδήσει τα «Παιδιά του Πειραιά». Σηκώνεται , στήνει το μικρόφωνο και πάνω που αρχίζει να τραγουδάει, να τος ο Δομάζος στην πόρτα και κοιτάει: «Γιώργο, θα καθίσω» λέει η Βίκυ στον Ζαμπέτα κι εκείνος της απάντησε: «Αντε με τον μπαλαδόρο σου, άντε τραγούδα!» έτσι άρχισε να ανθίζει η σχέση της Βίκυς με τον Μίμη.

Την ίδια εποχή, ο Σταύρος Ξαρχάκος έψαχνε μια φρέσκια γυναικεία φωνή για να ερμηνεύσει το τραγούδι «Χάθηκε το φεγγάρι» (στίχοι Βαγγέλη Γκούφα) στην ταινία «Λόλα». Ο Μπιθικώτσης του είπε να έρθει στην «Τριάνα» να ακούσει τη Βίκυ, την πιτσιρίκα που του είχε συστήσει στα γυρίσματα της ταινίας «Τα κόκκινα φανάρια». Ετσι μια βραδιά ο Τάκης Λαμπρόπουλος, ο Ξαρχάκος και ο Γιώργος Μακράκης βρέθηκαν στο μαγαζί για να την ακούσουν. Ο Μπιθικώτσης της είπε να τραγουδήσει ένα τραγούδι της Πόλυς Πάνου και η Βίκυ άρχισε να τραγουδάει και να τη μιμείται. Ο Ξαρχάκος γύρισε στην παρέα και τους είπε: «Τι να ακούω την Πάνου, τι τη Βίκυ! Σας είπα, θέλω κάτι φρέσκο». Τότε ο Μακράκης γύρισε και είπε στον Ξαρχάκο: «Αυτή η μικρή δεν μοιάζει καθόλου με την Πόλυ Πάνου όταν μιλάει. Ας την ακούσουμε να τραγουδάει με τη δική της φωνή». Τη φώναξε ξανά ο Ξαρχάκος και της είπε: «Αν το πεις εβδομήντα τοις εκατό καλά, το τραγούδι είναι δικό σου». Δέχτηκε και εκείνο το βράδυ πετούσε στα σύννεφα!


Η σχέση της με τον μπασκετμπολίστα Παύλο Σταμέλο

Οταν η Μοσχολιού τραγουδούσε στο «Ζοοm» η Μαρινέλλα της σύστησε τον πρώην μπασκετμπολίστα του Σπόρτιγκ και καθηγητή σωματικής αγωγής του Αμερικανικού Κολλεγίου, Παύλο Σταμέλο. Αρχισε μεταξύ τους μια πολύ όμορφη σχέση που θα κρατούσε δέκα ολόκληρα χρόνια. Η Αρετή Γκόρντον αναφέρει στο βιβλίο της ότι λυπήθηκε πολύ για τον χωρισμό της από τον Παύλο γιατί, όπως λέει, ήταν πολύ καλό παιδί!

«Από τη μέρα αυτή η Βίκυ και με τη Μαρινέλλα έγιναν “κουμπάρες”... Σε αυτή την περίοδο της ζωής της ο Παύλος ήταν ό,τι καλύτερο. Ηταν ήρεμος, με μια καλή κουβέντα για όλους, με το απίστευτο χιούμορ του και με ένα έτοιμο χαμόγελο. Περνούσαν πολύ όμορφα μαζί. Η Βίκυ θα πει για τον έρωτα: “Το να υπάρχει ένας άνθρωπος καλός πλάι σου είναι μεγάλη δουλειά - πλησιάζεις την τελειότητα πια με όλα τα άλλα που έχεις!”».

Τελειώνοντας στο «Τaboo» η Βίκυ και ο Παύλος πέρασαν μαζί θαυμάσιες διακοπές στην Ισπανία. Συγκινήθηκε με το μουσείο, το «El Greco» στο Τολέδο. «Θυμάμαι τόσο έντονα ένα στιγμιότυπο που μου είχε περιγράψει η Βίκυ από αυτό το ταξίδι. Είχαν πάει σε ένα μικρό μαγαζάκι να φάνε και να δουν ένα μουσικό πρόγραμμα. Ξαφνικά βγήκε στη σκηνή μια κακάσχημη και πολύ χοντρή γυναίκα που όμως όταν άρχισε να τραγουδάει η Βίκυ συνεπαρμένη από τη φωνή της άρχισε να τη βλέπει πολύ όμορφη. “Τι φωνή είναι αυτή;” είπε η Βίκυ, που θαύμαζε πάρα πολύ τους ανθρώπους με ταλέντο σε όλους τους τομείς. Οι αγαπημένες της φωνές ήταν η Μπάρμπρα Στρέιζαντ και ο Λουτσιάνο Παβαρότι. Παραμιλούσε για τον Νουρέγιεφ και τη Μαργκότ Φοντέιν που τους είχε δει να χορεύουν στο Λονδίνο όπου είχε ακούσει και τη Μαρία Κάλλας. Η Βίκυ πέρασε ένα πολύ όμορφο καλοκαίρι στην Πάρο με τον Παύλο και βέβαια με τα παιδιά της που ήδη έμεναν εκεί μόνιμα τα καλοκαίρια. Η Βαγγελία ήταν αρραβωνιασμένη με ένα θαυμάσιο παιδί, τον Λεονάρδο Μπαρμπαρήγο. Ετσι η Βίκυ ησύχασε που και η μικρή της κόρη είχε βρει τον άνθρωπό της».

«Η σχέση της με τον Παύλο δοκιμαζόταν και τώρα που είχε γεννηθεί το πρώτο της εγγονάκι ήθελε περισσότερο από ποτέ να έχει κοντά της έναν άνθρωπο με τον οποίο να μοιράζεται επίσημα τη ζωή της. Το μέλλον της σχέσης τους ήταν αμφίβολο και κάποια στιγμή αισθάνθηκε ότι έπρεπε να χωρίσει. Ετσι το φθινόπωρο του 1995 χώρισαν οι δρόμοι τους. Λυπήθηκα πολύ γιατί τον αγαπούσε τον Παύλο. Ελεγε πως δεν ήταν τυχερή στις τρεις σχέσεις που είχε και αυτό τη στενοχωρούσε πολύ. Ποτέ δεν βρήκε την αγάπη και τη στοργή που ζητούσε».


Ο «θαυμαστής» της Κωνσταντίνος Καραμανλής

Ηταν μία από τις αγαπημένες τραγουδίστριες του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Μάλιστα της είχε χαρίσει μια προτομή του και την είχε βάλει στο σαλόνι της.

«Ο Αχιλλέας Καραμανλής την κάλεσε να παραστεί σ’ ένα εορταστικό γεύμα προς τιμήν του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Μετά από εκεί θα πήγαινε στη δουλειά της. Εστειλαν ένα αμάξι για να την πάρουν από το ξενοδοχείο όπου μέναμε. Γυρίζοντας στο καμαρίνι μάς περιέγραψε τι συνέβη στη δεξίωση. Πλησίασε να χαιρετήσει τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αλλά εκείνος μέσα στο πλήθος δεν τη γνώρισε. Λίγο αργότερα όμως, εκεί που έτρωγαν, κοιτάχτηκαν στα μάτια με τον πρόεδρο που ξαφνιάστηκε και σαν να την είδε για πρώτη φορά, της φώναξε μπροστά σε όλους: “Ρε συ, εδώ είσαι; Ελα δω κοντά μου, έλα από δω!”

»Σηκώνεται η Βίκυ για να τον πλησιάσει, αλλά δυσκολεύτηκε. Δεν υπήρχε πολύς χώρος για να περάσει πίσω από τις καρέκλες των καλεσμένων. Τελικά τα κατάφερε κι έσκυψε να τον χαιρετήσει. Εκείνος την αγκάλιασε, τη φίλησε και στα δύο μάγουλα και της είπε: “Εσύ γιατί χάθηκες; Η ομορφιά σου συναγωνίζεται τη φωνή σου! Να έρθεις στο σπίτι μου να με δεις, όταν πας στην Αθήνα”.

»Η Βίκυ όμως δεν πήγε ποτέ στο σπίτι του. Ποτέ δεν εκμεταλλευόταν τις γνωριμίες της. Θυμάμαι πολλές φορές που μου έλεγε για τα δείπνα με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στη δεκαετία του 1960. Η οικογένεια Δοξιάδη και πολλοί άλλοι συχνά του έκαναν το τραπέζι. Πάντα ήταν καλεσμένη και η Βίκυ. Του άρεσε να κάθεται η Βίκυ στο δεξί του χέρι και να του τραγουδάει στο αφτί το αγαπημένο τραγούδι του, τη “Νύχτα”».


Η συνεργασία με τον Κραουνάκη το... κατοστάρι και τα κινητά

«Μέρα-νύχτα ζούσαμε με τον Σταμάτη Κραουνάκη τη δημιουργία του δίσκου “Το καινούριο πράγμα”. Το βιντεοκλίπ το γύρισαν σ’ ένα μπαράκι στον Πειραιά. Ηταν εκπληκτικό! Τα βαμμένο πλατινέ μαλλί της Μέριλιν Μονρόε σε συνδυασμό με το υπέροχο κοντό κόκκινο φουστάνι συμπλήρωνε το νέο look της Βίκυς, που είχε επιμεληθεί ο Σταμάτης. Η ίδια η Βίκυ ήταν το “καινούριο πράγμα”. Ακόμη και το εξώφυλλο του δίσκου της, που είχε τις “υπέροχες γάμπες της”, ήταν πολύ πρωτοποριακό. Γελούσε, όταν έλεγε στον Σταμάτη “ρε συ, να λες στον κόσμο ότι οι γάμπες είναι δικές μου, όχι αλληνής!” Πεθαίναμε στα γέλια! Είχε τόση όρεξη, ανανεώθηκε με όλη αυτή τη δουλειά!

»Από τα παιδικά της χρόνια στο σχολείο, τότε που έτρεχε το κατοστάρι, είχε μανία με το τρέξιμο. Πίστευε η ίδια ότι θα μπορούσε να είχε κάνει κάτι σημαντικό στον αθλητισμό. Μια μέρα στην Κηφισιά, που πήγαμε για να δούμε τη φίλη μας την Μπέλλα, μας ξάφνιασε όταν μας είπε: “Παιδιά, μετρήστε με, θα τρέξω κατοστάρι”. Μαρκάραμε το ήσυχο στενάκι στο οποίο βρισκόμασταν κι έτρεξε η Βίκυ το κατοστάρι σε χρόνο ρεκόρ 9,4 δευτερόλεπτα και μάλιστα με βροχή. Οταν συναντήσαμε τον Παύλο λίγο αργότερα, τρελάθηκε και μας είπε: “Αν η Βίκυ τρέχει τόσο γρήγορα, θα πάρει όλα τα λεφτά! Θα χει σπάσει όλα τα ρεκόρ του κόσμου!” Ο Παύλος ήθελε η Βίκυ να τρέξει στο στίβο του κολεγίου για να τη μετρήσει με επαγγελματικό ρολόι και όχι με το ρολόι που φόραγα εγώ στο χέρι μου. Δυστυχώς αυτό δεν έγινε ποτέ κι έτσι η Βίκυ δεν έλαβε μέρος στους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες!

»Θυμάμαι στα μέσα Δεκέμβρη στην “Αίγλη” είχε κάνει μια ειδική βραδιά η Αλίκη Βουγιουκλάκη για την επίσημη πρεμιέρα του θεατρικού έργου “Ωραία μου κυρία” που ανέβαζε. Θα μου μείνει αξέχαστη η στιγμή που η Αλίκη ανέβηκε ξαφνικά στην πίστα, αγκάλιασε τη Βίκυ, τραγούδησαν δύο τραγούδια μαζί και χόρεψαν. Μια άλλη βραδιά, που καθόμασταν με τον Γιώργο και τη Μιρέλλα στο καμαρίνι, μας επισκέφθηκε ο πρόεδρος της πρώτης εταιρείας κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα. Ηθελε να κάνει δώρο στη Βίκυ και στον Γιώργο από ένα κινητό. Ουδέποτε η Βίκυ πήρε κινητό, έλεγε μάλιστα: “Τι είμαι εγώ, καρδιοχειρουργός ή γυναικολόγος για να με βρίσκουν οποιαδήποτε στιγμή!”».


O Γολγοθάς της και οι τελευταίες στιγμές της

«Στις 16 Ιουλίου πήγαμε στο “Υγεία” για γαστροσκόπηση, κολονοσκόπηση και μαγνητική κοιλίας. Οταν ήταν μέσα και τελείωνε τις εξετάσεις της, βγήκε ο γιατρός της και μου είπε πολύ ανήσυχος: “Αρετή, κλείσε δωμάτιο, κάτι βλέπουμε στο πάγκρεας”. Δεν μπορώ να ξεχάσω αυτή τη στιγμή. Πάγωσα! “Θεέ μου τι μπορεί να είναι;” τον ρώτησα. “Θα κάνουμε μία ειδική εξέταση αύριο στο πάγκρεας για να δούμε τι γίνεται” μου απάντησε. Πήγα κοντά της και της είπα ότι θα μείνουμε στο νοσοκομείο. Δεν το ήθελε καθόλου. Είχαμε φοβηθεί αφάνταστα. Με κοίταξε και μου είπε: “Τι είναι, Αρετή, τι έχω;” Της απάντησα: “Δεν ξέρω, θα περάσει ο γιατρός και θα μας πει ο ίδιος”. Ηταν φανερά τρομαγμένη και το μυαλό της πήγε πάλι στη λέξη “καρκίνος”. “Μπορεί να είναι καρκίνος, γιατρέ;” τον ρώτησε. “Μπορεί ναι, μπορεί και όχι” της απάντησε. “Καλύτερα να μην είναι, αλλά και αν είναι, θα το τσακίσουμε”.

Η εξέταση στο πάγκρεας έγινε την επομένη, ανήμερα της Αγίας Μαρίνας, στις 17 Ιουλίου του 2003. Ηταν 6.00 το απόγευμα. Θυμάμαι τον άδειο διάδρομο στον 4ο όροφο όπου περίμενα τη Βίκυ να τελειώσει την εξέταση. Ηταν άδειο λόγω διακοπών. Ξαφνικά βγαίνει από το δωμάτιο των εξετάσεων ο γιατρός κι έρχεται προς το μέρος μου λέγοντας: “Είναι γεμάτη καρκίνο”. “Θεέ μου, όχι!” φώναξα και κατέρρευσα. Ευτυχώς όμως, όπως φάνηκε στη συνέχεια, η πρώτη εκτίμηση δεν ήταν ακριβής. Δεν ήταν γεμάτη καρκίνο. Είχε μία μικρή κύστη στο πάγκρεας. Η νόσος βρισκόταν στην αρχή. Το άλλο πρωί ήρθε ο γιατρός στο δωμάτιο, την κοίταξε στα μάτια και της είπε: “Βίκυ μου είναι καρκίνος στο πάγκρεας”. Πώς αντέδρασε; Τον κοίταξε και είπε: “Εφυγε η γης κάτω από τα πόδια μου, άδειασα. Μέχρι εδώ ήμουνα; Δηλαδή δεν θα ξαναδώ τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου, τον ήλιο, τη μητέρα μου, τα αδέρφια μου; Θέλω έναν ιερέα να εξομολογηθώ”».

Η Αρετή Γκόρντον έχει αφιερώσει πάρα πολλές σελίδες στο δράμα που πέρασε η μεγάλη μας τραγουδίστρια δίνοντας τη μάχη της με τον καρκίνο. Αξίζει να τονίσουμε ότι η συγγραφέας του βιβλίου δεν έχει πουθενά κάποια αρνητική αναφορά στις κόρες της, τη Βαγγελίτσα και τη Ράνια, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι... χωρίς να το έχουν διαβάσει. Αντίθετα, στο κεφάλαιο για τις τελευταίες μέρες της ζωής της στο νοσοκομείο μιλάει με τα καλύτερα λόγια για τα πρόσωπα που ενδιαφέρθηκαν για την υγεία της (όπως είναι ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, η Μαρινέλλα κ.ά.) και για την κόρη της, τη Βαγγελίτσα.

Μεταξύ των άλλων, αναφέρει τα εξής ενδιαφέροντα: «Μου έλεγε η Βίκυ ότι στην πρώτη εγχείρηση ανάρρωσε πολύ πιο γρήγορα και αναρωτιόταν γιατί τώρα αργούσε να δυναμώσει. Της είπα ότι μάλλον ήταν πιο δυνατός ο οργανισμός της παλιά, ενώ τώρα με τόσες χημειοθεραπείες είχε εξασθενήσει. Ομως, ποτέ δεν παραπονιόταν... Η καλύτερη ώρα της Βίκυς ήταν το βράδυ, όταν τη φρεσκάριζε η Τζένη και της έβαζε το νυχτικό. Στις αρχές Αυγούστου τα πόδια της ήταν πολύ πρησμένα και δυσκολευόταν να περπατήσει. Η Τζένη δεν μπορούσε να τη σηκώσει και να την περιποιηθεί μόνη της και τη βοηθούσα εγώ. Κατά τις εννιά τη βάζαμε σιγά-σιγά στην καρέκλα της έτοιμη, καθαρή, περιποιημένη, για να ξεκουραστεί με τα πόδια της ανεβασμένα στο σκαμπό ή στην ποδιά της Τζένης ή στη δική μου (...) Την άλλη μέρα ήρθε μια καταπληκτική ανθοδέσμη για τη Βίκυ από τον πρωθυπουργό μας, τον Κώστα Καραμανλή. Δύο μέρες αργότερα, θυμάμαι ήταν Σάββατο 6 Αυγούστου το πρωί, η Βίκυ ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της κι έβλεπε προς την εξώπορτα της σουίτας. Εκεί που μιλούσαμε ξαφνιάστηκε κι ένα μεγάλο χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό της. Γυρίζω να δω και βλέπω την επιβλητική παρουσία του Κώστα Καραμανλή. Η Βίκυ προσπάθησε να σηκώσει το κορμί της να τον χαιρετήσει κι εκείνος της είπε “όχι”. Ακριβώς πίσω του ήταν ο Νικήτας Κακλαμάνης.

Ο πρωθυπουργός έσκυψε, αγκάλιασε τη Βίκυ και τη φίλησε τρυφερά. Μετά κάθισε δίπλα της σε μια πολυθρόνα και ακούμπησε το δεξί του χέρι πάνω στο σεντόνι που σκέπαζε τα πόδια της. Ολο αυτό τον καιρό δεν την είχα δει τόσο ευτυχισμένη. Φώναξε τη μητέρα της και τον αδελφό της, που έτρωγαν στο σαλόνι δίπλα, να τους συστήσει με υπερηφάνεια στον πρωθυπουργό μας...»
«Η Βίκυ ήθελε πολύ να πάει στον Αγιο Ταξιάρχη. Πίστευε ότι θα τη βοηθήσει. Τη μεθεπόμενη ξημέρωνε της Παναγίας, Δεκαπενταύγουστος. Την Παναγία που λάτρευε τόσο η Βίκυ την είχε δει δύο φορές στον ύπνο της λίγο καιρό πριν μπει στο νοσοκομείο. Ξημέρωνε Δεκαπενταύγουστος... Κάθισα εκεί δίπλα της όλη μέρα. Με πήρε τηλέφωνο η Βαγγελία (η κόρη της) από την Πάρο. Ημασταν σε συχνή επαφή. Μου είπε να ανοίξω την τηλεόραση να δούμε την περιφορά της εικόνας της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής. Ανοιξα την τηλεόραση, αλλά μετά από λίγο μου έκανε νόημα η Βίκυ να την κλείσω... Με ρώτησε τι κάνει ο εγγονός της, ο Σταμάτης. Μου είπε πόσο της έλειπαν τα εγγόνια της και πόσο τα αγαπούσε!

Κατά τις 10.00 το βράδυ έμεινα μόνη με τη Βίκυ. Είχαν βγάλει αρκετή ώρα πριν τη μάσκα με το οξυγόνο κι έμενε μόνο ο σκληρός σωλήνας στη μύτη. Ομως, ακόμα κι εκείνη τη στιγμή παρακαλούσα τον Θεό για ένα θαύμα. Ηταν γυρισμένη προς το μέρος μου. Συνεχώς αισθανόμουν να με κοιτάζει. Ηταν τόσο γαλήνια! Τα μάτια της δεν σταμάτησαν να με κοιτάζουν. Το μικρό ρολόι δίπλα της στο κομοδίνο της έδειχνε έντεκα κι ένα λεπτό. Θυμάμαι αργότερα το αυτοκίνητο που έφευγε με τη Βίκυ από το νοσοκομείο...»

Πάντα κοντά στην ΕκκλησίαΗ αγαπημένη της γραμματέας κάνει, επίσης, μεγάλη αναφορά στη βαθιά σχέση της με τη θρησκεία. «Η θρησκεία έπαιζε πολύ μεγάλο ρόλο στη ζωή της Βίκυς. Από τις αρχές του 1970 πήγαινε στο Σοφικό Κορινθίας και εξομολογούταν στον πνευματικό της, τον πατέρα Νικόδημο, τον οποίο υπεραγαπούσε. Οι σχέσεις που είχε κάνει μετά τον χωρισμό της από τον Μίμη δεν κατέληξαν ποτέ σε γάμο και έτσι δεν ζούσε όπως έπρεπε τη χριστιανική ζωή. Λίγο μετά τον χωρισμό της από τον Παύλο γύρισε ξανά κοντά στον πνευματικό της και εξομολογήθηκε. Ανησυχούσε ότι θα ήταν πολύ αυστηρός μαζί της, αλλά από την άλλη ήταν πολύ χαρούμενη που θα τον έβλεπε ξανά μετά από τόσα χρόνια. Πάντα κρατούσε τη φωτογραφία του γέροντα στην τσάντα της και μια άλλη την είχε στο εικονοστάσι της. Τότε ο γέροντας, ήταν το λιγότερο, ενενήντα χρόνων. Λίγο καιρό αφότου έφυγε η Βίκυ από τη ζωή έκλεισε κι αυτός τα μάτια του...

Ακολουθήστε το Madata.GR στο Google News Madata.GR in Google News

Δείτε ακόμα